Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

Η Θεοτόκος, αστείρευτη πηγή ελέους και συμπαθείας.



undefined
«Τα νέφη των λυπηρών εκάλυψαν, την αθλίαν μου ψυχήν και καρδίαν, και σκοτασμόν εμποιουσί μοι, Κόρη, άλλ’ η γεννήσασα φως το απρόσιτον, απέλασον ταύτα μακράν, τη εμπνεύσει της θειας πρεσβείας σου».
Τα νέφη των λυπηρών της ζωής κάλυψαν την άθλια ψυχή και την καρδιά μου και δημιουργούν σκοτισμό στη ψυχή μου. Αλλά εσύ, Κόρη, που γέννησες το απρόσιτο φως, διώξε τα μακριά με την έμπνευση της θείας πρεσβείας σου.
Το Τροπάριο χαρακτηρίζει το Χριστό «φως απρόσιτον», όπως γενικότερα στη Γραφή λέγεται, ότι ο Θεός οικεί «φως απρόσιτον». Τί θέλουν να πουν οι χαρακτηρισμοί αυτοί; Με αυτούς τονίζεται η απόλυτη υπερβατικότητα της ουσίας του Θεού. Ο Θεός, ως ουσία, φως και υπόσταση, είναι απρόσιτος σε κάθε χτιστό δημιούργημα. Τόσο οι άνθρωποι όσο και οι άγγελοι δεν μπορούν να συλλάβουν με τις φυσικές δυνατότητες που έχουν την ουσία, τις υποστάσεις και τις ενέργειες του Τριαδικού Θεού. Ο Θεός είναι ακατάληπτος, απερινόητος και απερίληπτος. Είναι απρόσιτος, δηλαδή απλησίαστος και ανέγγιχτος. Η ανθρώπινη διάνοια από μόνη της δεν μπορεί να πλησιάσει τον υπερβατικό Θεό. Μόνο διά της πίστεως ο αναγεννημένος άνθρωπος, εκείνος δηλαδή που έχει καθαρίσει τη διάνοια και την ψυχή του από τον καπνό των παθών και της αμαρτίας, μπορεί να έχει στη ζωή αύτη και πάντοτε με τη χάρη του Θεού κάποια ιδέα -και αυτή ατελή- περί της φύσεως της άγιας Τριάδος. Περισσότερα για το Θεό -και σε καμιά περίπτωση για τήν πλήρη κατάληψη της ουσίας του θα έχουν οι Άγιοι στη βασιλεία των ουρανών, όπου θα τον δουν «καθώς έστι». Πλήρη κατάληψη της ουσίας του Θεού έχουν μόνο οι Τριαδικές υποστάσεις, που είναι οι ισότιμοι, πλήρεις και τέλειοι φορείς της.
«Παράκλησιν εν ταις θλίψεσιν οίδα, και των νόσων ιατρόν σε γινώσκω, και παντελή συντριμμόν του θανάτου, και ποταμόν της ζωής ανεξάντλητον, και πάν­των των εν συμφοραίς, ταχινήν και οξείαν αντίληψιν».
Παρηγοριά στις θλίψεις και ιατρό των νοσημάτων σε γνωρίζω (Παρθένε) και πλήρη καταπάτηση και αφανισμό του θανάτου και ανεξάντλητο ποταμό της ζωής, καθώς και δυνατή και γρήγορη βοήθεια όσων πιέζονται από τις συμφορές.
Στο τροπάριο γίνεται λόγος περί συντριμμού του θανάτου από τη χάρη της Θεοτόκου. Φυσικά το θάνατο συνέτριψε ο Κύριος μας διά του θανάτου και της αναστάσεώς του· σ’ αυτό το έργο εισέρχεται -όπως συνήθως γίνεται- και η άχραντη Μητέρα του Σωτήρα. Τί εννοούμε όμως λέγοντας θάνατο; Ο φυσικός θάνατος, δηλαδή η καταστροφή της ζωής, δεν ήταν αρχικά στο δημιουργικό σχέδιο του Θεού. Ήταν κάτι που φάνηκε μετά τη δημιουργία του ανθρώπου. Τον προκάλεσε η αποστασία του τελευταίου από τη ζωή και το θέλημα του Θεού. Ήταν καθαρά απόκριμα της προγονικής παράβασης. Αν δεν αμάρτανε ο πρώτος άνθρωπος, δεν θα πέθαινε, όπως δεν θα πέθαιναν και οι απόγονοί του. Ο Θεός παραχώρησε το θάνατο από αγάπη και φιλανθρωπία προς το αμαρτωλό πλάσμα του. Έκοψε τη ζωή του παραβάτη, για να θέσει τέρμα στην αμαρτία και ν’ απαλλάξει τους ανθρώπους από τα πολλά κακά, που προέρχονται από την παράβαση των εντολών του. Ο θάνατος είναι ένα επεισόδιο στη σειρά της ζωής. Τον πάτησε ο Χριστός με το δικό του σταυρικό θάνατο και τον αφάνισε με τη λαμπροφόρο ανάστασή του. Η στιγμή του θανάτου αποτελεί το τέρμα της ηθικής εξέλιξης των ανθρώπων. Μετά το θάνατο οι άνθρωποι δεν μπορούν να κάνουν ούτε το αγαθό ούτε το κακό. Η μνήμη του θανάτου μπορεί να ασκήσει σημαντική ροπή στην ηθική και πνευματική εξέλιξη του ανθρώπου. Ή θα τους συνετίσει ή θα τους παραδώσει στην κραιπάλη και στον αιώνιο θάνατο της ψυχής.
«Ου κρύπτω σου τον βυθόν του ελέους, και την βρύσιν των απείρων θαυμάτων, και την πηγήν, την αέναον όντως, της προς εμέ συμπαθείας σου Δέσποινα· αλλ’ άπασιν ομολογώ, και βοώ, και κηρύττω, και φθέγγομαι».
Δεν μπορώ ν’ αποκρύψω, Δέσποινα, το βυθό του ελέους σου, και τη βρύση των απείρων θαυμάτων σου, ως και την αστείρευτη πραγματικά πηγή της προς εμέ συμπαθείας σου. Ομολογώ όλα και φωνάζω και διαλαλώ και φθέγγομαι.

Η Παναγία και οι Άγιοι κάνουν θαύματα. Δεν τα κάνουν φυσικά αυτόνομα και αυτοδύναμα, αλλά με τη χάρη πάντοτε και τη δύναμη του Θεού, ως εκλεκτοί υπηρέτες και διάκονοι της βασιλείας του. Τα θαύματα είναι σημάδια της παντοδυναμίας και της αγαθότητας του Θεού και τρανές αποδείξεις της νίκης κατά του διαβόλου και της αμαρτίας.
Στα θαύματα του Κυρίου στηρίχθηκε κατά ένα μέρος η πίστη, η διάδοση του Χριστιανισμού και η στερέωση της Εκκλησίας, η οποία υπήρξε το μεγάλο θαύμα του Χριστού. Τα θαύματα συγκινούν τη λαϊκή ευσέβεια και συναγείρουν το πλήρωμα της Εκκλησίας. Θαυματουργές είναι και οι εικόνες των Αγίων. Προσοχή βέβαια στη γνησιότητα των θαυμάτων, γιατί υπάρχουν και πολλά που δεν είναι γνήσια και αληθινά. Είναι μαγγανείες και αγυρτείες.

«Εκύκλωσαν αι του βίου με ζάλαι, ώσπερ μέλισσαι κηρίον Παρθένε, και την εμήν κατασχούσαι καρδίαν, κατατιτρώσκουσι βέλει των θλίψεων· αλλ’ εύροιμί σε βοηθόν, και διώκτην, και ρύστην Πανάχραντε».
Οι ζάλες του βίου με περικύκλωσαν Παρθένε, όπως οι μέλισσες περικυκλώνουν το κερί και αφού συλλάβουν την καρδιά μου, την τρυπούν και τη βασανίζουν με το βέλος των θλίψεων. Εγώ όμως Πανάχραντη, εύχομαι να σε βρω βοηθό, φροντιστή και σωτήρα μου.
Μία πολύ ωραία εικόνα χρησιμοποιεί εδώ το τροπάριο για να δείξει τον τρόπο με τον οποίο οι θλίψεις του βίου κατατρώγουν τη ψυχή των ανθρώπων. Τις παρομοιάζει με μέλισσες που όλες μαζί καταλαμβάνουν με πάθος την κυψέλη για να φτιάξουν το μέλι τους. Έτσι και οι θλίψεις, σαν ένα άλλο νοητό σμήνος μελισσών μπλοκάρουν τη ψυχή, την οποία τρυπούν με το κεντρί τους αλύπητα, την κάνουν να πονά και να υποφέρει, τη δηλητηριάζουν, ναρκώνοντας τις ζωτικές δυνάμεις της και οδηγώντας την στη ραθυμία και την αγωνία του θανάτου. Πόσο δίκαιο έχει, αλήθεια, ο εμπνευσμένος υμνητής, περιγράφοντας ασφαλώς την προσωπική του εμπειρία στο σκληρό πνευματικό αγώνα του για ηρεμία και ανάπαυση! Οι θλίψεις και οι περισπασμοί του βίου είναι καθημερινές στη ζωή μας. Όποιος τις αντιμετωπίζει με τη χάρη του Θεού προκόφτει πνευματικά, αποκτώντας υπομονή και εγκαρτέρηση, Όπλα απαραίτητα για τη νίκη και τη σωτηρία του· αντίθετα οι νωχελείς και χαύνοι ταράζονται και απελπίζονται, αποκτώντας δε νοσήματα ψυχικά είναι πολύ κοντά στον αιώνιο θάνατο της ψυχής.
Η ορθόδοξη ευσέβεια βλέπει στην Παναγία σύμμαχο κραταιό και όπλο ακαταμάχητο ενάντια στην πικρή καθημερινότητα, προστασία και σκέπη στις επιθέσεις των θλιβερών και αναψυχή στη σκληρότητα της ζωής, που είναι κλήρος πικρός όλων ανεξαίρετα των ανθρώπων.

(Α. Θεοδώρου, «Χρυσοπλοκώτατε Πύργε» -Μετάφραση και σχολιασμός των Παρακλητικών Κανόνων, εκδ. Αποστ. Διακονίας)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου