Σάββατο 14 Ιουνίου 2014

Η ΠΡΩΤΗ ΑΓΑΠΗ -ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος

Η  ΠΡΩΤΗ  ΑΓΑΠΗ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ

Δεν υπάρχει φυσιολογικός άνθρωπος που να μπορεί να ζήσει χωρίς αγάπη. Διψούμε την αγάπη των άλλων και ταυτοχρόνως νοιώθουμε την αδήριτη ανάγκη να προσφέρουμε και να σκορπίσουμε στο περιβάλλον μας από τη δική μας. Όμως, όπως σε όλες τις καταστάσεις υφίσταται ο κίνδυνος της παραχαράξεως, έτσι και εδώ στο μεγάλο κεφάλαιο της αγάπης, έρχεται ο ίδιος ο Κύριος να ιεραρχήσει τις παραμέτρους της πνευματικής ζωής και να μας αποκαλύψει ποια όντως είναι η πρώτη αγάπη. Στην μελέτη του όλου θέματος ο «ψυχικός άνθρωπος» (A' Κορ. 2,14) τρομάζει και φθάνει ακόμα και να προσάψει μομφή στο Ι. Ευαγγέλιο, ότι δήθεν εμφανίζει αντίφαση στο θέμα της Αγάπης. Αντίφαση μεταξύ του έμφυτου ηθικού νόμου, της φυσιολογικής δηλ. αγάπης προς τους οικείους και της αγάπης της ολοκληρωτικής που ζητά ο ίδιος ο Χριστός από τα μέλη της Εκκλησίας  Του.
Ας εξετάσουμε όμως το θέμα αυτό. Έχουν πράγματι έτσι τα πράγματα; Είναι τόσο σκληρός ο λόγος του Θεού; Αυτός δηλ. που αγαπά τους γονείς ή τα παιδιά του, δεν είναι άξιος του Ιησού;
Ουδείς άλλος θα μπορέσει να μας δώσει ικανοποιητική απάντηση, παρά αυτή η ίδια η αγάπη, η οποία βρίσκεται στην κορυφή. Ο Κύριος μας αποκαλύπτει ποια είναι η πρώτη και μεγάλη εντολή. «Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ' όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου και εξ όλης της ισχύος σου» (Μαρκ. ΙΒ' 30).
Έρχεται λοιπόν ο ίδιος ο Θεάνθρωπος και ζητά ολόκληρη την αγάπη μας για τον εαυτό Του. Όχι κάποια τμήματα, ούτε πολύ λιγότερο κάποια ψήγματα του συναισθηματικού μας κόσμου. Και τούτο διότι όταν γίνεται λόγος περί της αγάπης του ανθρώπου προς τον Προσωπικό Θεό, είναι αδύνατον η αγάπη αυτή να σταθεί κατακερματισμένη και με δόσεις. Από τον χώρο της Παλαιάς Διαθήκης, εκεί που φαίνεται να ρίχνει τη βαριά σκιά του ο Νόμος, και το «γράμμα» να απονευρώνει το πνεύμα, έρχεται αυτή η θέληση του Πατρός δι΄Υιού και εν τω λόγω του Πνεύματος το οποίο «λαλεί δια των Προφητών», μέσα σε μια άκρως τρυφερή, συνάμα δε απολύτως δυναμική φράση, συμπυκνώνει όλη την ουσία της κοινωνίας Θεού και ανθρώπου. «Υιέ μου δος μοι σην καρδίαν» (Παρ. Σολ. ΚΓ' 26).
Και ακριβώς αυτή την «πρώτη αγάπη», με άλλες λέξεις διατυπώνει ο Κύριος στην Ευαγγελική περικοπή που μελετούμε και που συγκλονίζει όσους μυστικά και στα βάθη της υπάρξεως βιώνουν αυτού του είδους την αγάπη!
Τώρα, στην εποχή της χάριτος που βρισκόμαστε και στο Σώμα της Εκκλησίας που αναπτυσσόμαστε, ακούμε αυτή την προτροπή – εντολή περισσότερο συγκεκριμένη και έτι πλέον ζωντανή. Γι αυτό και υφίσταται πλέον το μέτρο συγκρίσεως που θέτει: «Ο φιλών πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ ουκ έστι μου άξιος· και ο φιλών υιόν ή θυγατέρα υπέρ εμέ ουκ έστι μου άξιος και ος ου λαμβάνει τον σταυρόν αυτού και ακολουθεί οπίσω μου, ουκ έστι μου άξιος»!
Αλλά αυτό που φαίνεται ως υπερβολή δεν είναι καθόλου υπερβολή, αφού είμαστε τα παιδιά Του και εάν ο Ίδιος δεν ήθελε, δεν θα βρισκόμασταν στην ύπαρξη. Οι γονείς μας δεν είναι παρά τα όργανα της θελήσεώς Του που ναι μεν τους οφείλουμε ευγνωμοσύνη, πλην όμως η αιτία της ζωής μας είναι ο ίδιος ο Θεός ο οποίος μας είχε στο Νου Του και μας ετοίμαζε προ καταβολής κόσμου. Αυτός μας διαφυλάττει και αυτός παρατείνει τον βίο μας. Όμως τι να πούμε και για τα καθ' αυτό πνευματικά επίπεδα και την ουσία της σωτηρίας μας στην προοπτική της αγάπης; Αυτός «πρώτος ηγάπησεν ημάς», θα τονίσει ο Ευαγγελιστής που αγάπησε περισσότερο όλων τον Ιησού, ο ηγαπημένος Ιωάννης. Και πώς είναι δυνατόν να μην του προσφέρουμε ολοκληρωτικά την αγάπη μας, όταν μέσα σε ατμόσφαιρα μοναδικής οικειότητας, δια του Μονογενούς Του Υιού, μας προτρέπει να τον ονομάζουμε Πατέρα;
Απ' όποια λοιπόν πλευρά κι αν δούμε το θέμα της πρώτης αυτής αγάπης, δεν γίνεται παρά να παραδεχθούμε ότι αποτελεί αγνωμοσύνη και απρέπεια απλώς το να σκεπτόμαστε και να βασανίζουμε τι είδους αγάπη θα προσφέρουμε στον Δημιουργό μας.
Χρειάζεται όμως να προχωρήσουμε περισσότερο στην μελέτη μας, διότι υπάρχουν και οι λεπτές συνειδήσεις που νομίζουν ότι η ολοκληρωτική αυτή αγάπη προς τον Θεό, δεν επιτρέπει καμμία άλλη αγάπη να υπάρχει στον άνθρωπο. Βεβαίως όπως ήδη τονίστηκε από τον ίδιο τον Ιησού, προς τον Θεό θα πρέπει να είναι η πρώτη. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι αποκλείει κάθε άλλη διατήρηση και καλλιέργεια ευλογημένης και αγνής αγάπης, όπως είναι αυτή των συζύγων, αδελφών, συγγενών και φίλων. Αγάπης προς το Έθνος και την Πατρίδα, αγάπης προς όλους γενικώς τους ανθρώπους και προς κάθε τι το υψηλό και ιδανικό.
Μα, και δεν θα μπορούσαν να αποκλειστούν όλες αυτές οι παράμετροι αγάπης και στοργικής διαθέσεως που προαναφέρθηκε, όταν ο ίδιος ο Θεός προσθέτει στην Εντολή Του:«Αγαπήσεις τον πλησίον του ως σεαυτόν» (Μαρκ. ΙΒ', 31) και επιπλέον «αγαπάτε τους εχθρούς υμών» (Λουκ. ΣΤ' 35).
Επομένως, μετά από αυτά γίνεται κατανοητό ότι χρειάζεται η ιεράρχηση της αγάπης, τοποθετώντας στην κορυφή την αγάπη προς τον Θεό, και θέτοντας στη συνέχεια τις άλλες παραμέτρους που η μία δεν έρχεται σε αντίθεση με την άλλη. Εννοείται δε πως εάν υπάρξει περίπτωση συγκρούσεως καθήκοντος, ασυζητητί, η επιλογή θα είναι υπέρ της αγάπης του Θεού. Αυτό, δεν είναι κάτι το άγνωστο στη ζωή της Εκκλησίας μας. Αντιθέτως μάλιστα τα Ιερά συναξάρια ξεχειλίζουν από τις ηρωικές μαρτυρικές μορφές, που όταν έφθανε η ώρα στο τι να επιλέξουν, άνευ ουδενός δισταγμού, ομολογούσαν την Θεότητα του Χριστού και έτσι αποδείκνυαν την πρώτη αγάπη που λαμπάδιαζε την ύπαρξή τους. Πρόσφεραν τη ζωή τους θυμίαμα εύοσμον, ποτίζοντας με το αίμα τους το ευσκιόφυλλον δένδρο της Ορθοδόξου Πίστεως!
Αλλά και στις μυρίπνοες σελίδες των Οσίων και Ασκητών εάν τώρα περάσουμε, με την πρώτη ματιά μέσα στους θησαυρούς των Γεροντικών, των Ευεργετινών και των Λειμωναρίων, θα ατενίσουμε αυτή την πρώτη αγάπη. Την πρώτη και ολοκληρωτική προς τον Ιησού και την Πανάχραντον Μητέρα του, να σελαγίζει και να συνέχει την οικουμένην όλην.
Αυτές τώρα οι ιερές μορφές, που έδωσαν αίμα για να λάβουν πνεύμα, μας διδάσκουν με τον εξαγιασμένο λόγο τους, αλλά και με την «εύλαλον σιωπήν» τους ότι η αγάπη προς τον Θεό, δεν είναι μια απλή υπόθεσις. Δεν είναι απλώς μια συναισθηματική κατάστασις αποδοχής του Θεού. Εάν κανείς παραμείνει μόνο σ' αυτό, ναι μεν ευρίσκεται στον ευλογημένο χώρο της πίστεως, αλλά η αγάπη του αυτή προς τον Θεό είναι αναμεμειγμένη με  «προσμίξεις ξένων σωμάτων». Με καταστάσεις και υλικά τα οποία εάν δεν απορροφήσουν ολοκληρωτικά την πρώτη αγάπη, όμως μετά βεβαιότητος την εμποδίζουν ως αγκάθια και τριβόλια να αναπτυχθεί και να παράξει τον μοναδικό καρπό της αγιότητος. Και στο σημείο αυτό, φίλοι μου, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή, διότι η αγάπη προς τον Ιησού δεν είναι ένα άθλημα μόνο για όσους πιστούς επέλεξαν οι ίδιοι συνειδητά το αγώνισμα της ολοκληρωτικής εν Χριστώ αφιερώσεως, μέσω του Ορθοδόξου μοναχισμού. Οπωσδήποτε είναι και για τους εγγάμους πιστούς. Γι' αυτούς δηλ. οι οποίοι μέσω της ευλογημένης οικογένειας (όπως την θέλει ο Θεός, εννοείται) καλούνται να αποδείξουν ότι η «κατ' οίκον Εκκλησία», όχι μόνο δεν εμποδίζει, αλλ' αντιθέτως προάγει στην αιώνια αυτή αγάπη και άρα στον αγιασμό του ανθρώπου.
Η ολοκληρωτική λοιπόν αγάπη προς τον Θεό, είτε στον χώρο του Ορθοδόξου Μοναχισμού, είτε στην «κατ' οίκον Εκκλησία», είναι ένα βίωμα και όπως το λέει και ο ίδιος ο όρος, το βίωμα απαιτεί αγώνα πολυμέτωπο που ξεκινά από τα πλέον απλά επίπεδα έως και αυτές τις υψηλές κορυφές της Ορθοδόξου πνευματικότητος. Και εννοείται πως μόνο δια της φαντασίας και του στοχασμού δεν θα κατορθωθεί να συλλάβει κανείς την ζωή που οικοδομείται στο μοναδικό αυτό πλαίσιο.
Στην αγάπη του Θεού που φιλτράρει και εξυψώνει την αγάπη προς τους αδελφούς και προς όλο τον κόσμο.
Αδελφοί μου, οι τα πάντα καλώς διαταξάμενοι θείοι Πατέρες, μέσα στον κύκλο του ενιαυτού της χρηστότητος, ώρισαν και τη συγκεκριμένη Κυριακή των Αγίων Πάντων. Πρόκειται περί νέφους Αγίων που καλύπτει ολόκληρη την οικουμένη και ολόκληρη την κρίση. Αισθανόμαστε την μυστική τους παρουσία και μαζί τους βιώνουμε την «κοινωνίαν του Δείπνου» μέσα στις συνάξεις μας.
Μας συντρέχουν δε στις ποικίλες μας ανάγκες, πολύ περισσότερο απ' όσο μπορούμε να φαντασθούμε.
Ο κάθε ένας από τους εν Χριστώ αυτούς αδελφούς μας έζησε έναν ιδιαίτερο βίο αναλόγως της ιδιοσυγκρασίας του και της χάριτος που έλαβε. Εάν τώρα ψάξουμε να βρούμε τι είναι αυτό που επιστεγάζει την όλη τους βιωτή και τι είναι εκείνο που αδιασπάστως τους συνδέει, θα ανακαλύπταμε ότι είναι το ολοκληρωτικό τους δόσιμο στην πίστη που μεταφράζεται ως απόλυτη αγάπη προς τον Θεό. Και εάν ησυχάσουμε για λίγο από την πολυπραγμοσύνη, μετά βεβαιότητος μέσα στις καρδιές μας θα ακούσουμε το ζωντανό τους μήνυμα. Το μήνυμα που διαποτίζει την όλη ατμόσφαιρα της Ορθοδόξου Ζωής: «Αδελφοί, του Χριστού δεν μπορούμε να Του δώσουμε απλώς πολλά.  Του Χριστού θα του τα δώσουμε όλα, δηλ. αυτή την ίδια την καρδιά μας»!
Και ας ολοκληρώσουμε με την χαριτωμένη επί του θέματος ρήση του Ιερού Αυγουστίνου που εορτάζει σήμερα: «Αγάπα (τον Θεό) και κάνε ό,τι θέλεις»!
Αμήν.



Αρχιμ. Ιωήλ  Κωνστάνταρος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου