Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014

ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΚΑΙ ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ (

ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΚΑΙ ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ (25 Ν)

Σήμερα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, θά καταθέσωμε εἰς τήν ἀγάπη σας κάποιες πατερικές θέσεις, οἱ ὁποῖες ἀναφέρονται εἰς τό ἱερό πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Καί ξεκινᾶμε ἀπό τό περιεχόμενο τῆς ἑορτῆς, πού ἐδῶ καί λίγες ἡμέρες ἑορτάζει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, κατά τήν ὁποίαν ἑορτή πανηγυρίζομε τήν εἴσοδο τῆς Παναγίας Μητέρας μας εἰς τόν ναό τοῦ Σολομῶντος καί μάλιστα σέ αὐτά τά Ἅγια τῶν Ἁγίων. Καί αὐτό, ἐν προκειμένῳ, γιά νά ἀφιερωθῆ ἡ πάναγνος Κόρη εἰς τόν Θεόν σέ ἡλικία τριῶν ἐτῶν.
Οἱ γονεῖς της, ὁ Ἰωακείμ καί ἡ Ἄννα κατήγοντο ἀπό τήν βασιλική φυλή τοῦ Δαυΐδ καί ἐπειδή ἐπί χρόνια πολλά δέν ἠμποροῦσαν νά τεκνοποιήσουν ὠνειδίζοντο ἀπό τό περιβάλλον τους καί μάλιστα πάρα πολύ. Καί αὐτό, ἐπειδή ἀκόμη τότε δέν ὑπῆρχε ἐλπίς ἀθανασίας, ἐφ᾽ ὅσον δέν εἶχε ἀκόμη γίνει ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ. Καί γι᾽ αὐτό ἡ διαδοχή τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἐφαίνετο κάτι τό ἀναγκαιότατο. Ἦταν δηλαδή, τρόπον τινά, μία παρηγοριά. Τότε, εἰς τούς Ἰσραηλῖτες ἡ ἀτεκνία ἐθεωρεῖτο τόσο μεγάλο κακό, ὥστε ἀκόμη καί αὐτοί οἱ δίκαιοι νά μήν ἐπαινοῦνται τόσο γιά τήν ἀρετή τους ἀπό ὅσο ὑβρίζοντο γιά τήν ἀτεκνία τους καί μάλιστα ἐπεριφρονοῦντο πάρα πολύ.
Ἐξ αἰτίας τῆς ἀφορήτου πλέον αὐτῆς καταστάσεως, ὁ Ἰωακείμ καί ἡ Ἄννα ἐπεδόθησαν σέ διαρκεῖς καρδιακές καί ἀκατάπαυστες προσευχές καί πολυποίκιλες ἐν γένει πνευματικές ἀσκήσεις. Ἔτσι ὅμως, μέ τόν τρόπον αὐτόν, ἐξαγνίσθησαν πλήρως χωρίς καί οἱ ἴδιοι καλά-καλά νά τό καταλάβουν. Καί ὁ πάνσοφος Κύριος, μέσα σέ αὐτό τό παιδαγωγικό, σοφό ὀδυνηρό ἀλλά καί πάντα σωτήριο σχέδιό Του, κατέστησε, μέ αὐτόν τόν τρόπο, τό ζεῦγος Ἰωακείμ καί Ἄννα, ἄξιο, ὄχι ἁπλῶς νά ἀποκτήση κάποιο συνηθισμένο τέκνο, ἀλλά τούς εὐλόγησε σέ βαθμό ὑπερθετικό, ἀφοῦ τούς ἀξίωσε νά γεννήσουν τήν θαυμασιώτερη ἀπό ὅλες τίς θαυμάσιες πού ἐφάνησαν ποτέ. Αὐτήν δηλαδή τήν Γεννήτρια τοῦ Κτίστη, τοῦ Δημιουργοῦ τῶν ὅλων δηλαδή, διά τῆς ὁποίας κατόπιν ὁ σεσαρκωμένος Λόγος τοῦ Πατρός ἐθέωσε τό ἀνθρώπινο γένος καί οὐράνωσε τήν γῆ. Αὐτήν πού ἔκανε τόν μέν Θεό Υἱό ἀνθρώπου, τούς δέ ἀνθρώπους υἱούς Θεοῦ.
Ἔτσι βλέπομε, ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἦταν καρπός ὄχι ἡδονῆς, ἀλλά καρπός προσευχῆς, καθ᾽ ὅτι, ὅπως εἴπαμε, οἱ γονεῖς Της ἦσαν πολύ γερασμένοι. Μόλις δέ Αὐτή ἀπεγαλακτίσθη, τριῶν χρονῶν, τότε ἀμέσως οἱ γονεῖς Της Τήν ἀφιέρωσαν εἰς τόν Ναό, σύμφωνα μέ τήν ὑπόσχεσι πού οἱ ἴδιοι εἶχαν δώσει ἀπό πρίν εἰς τόν Θεόν. Ὅτι δηλαδή, ἐάν τελικά ἐτεκνοποιοῦσαν, τό γεννώμενον τέκνον νά τό ἀφιέρωναν εἰς τόν Θεόν.
Τηρῶντας δέ κατά γράμμα τήν ὑπόσχεσί τους, Τήν παρέδωσαν εἰς τόν τότε ἀρχιερέα ὀνόματι Ζαχαρία, ὁ ὁποῖος Τήν παρέλαβε καί Τήν ἔβαλε εἰς τά ἐνδότατα τοῦ Ναοῦ, εἰς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων, ὅπου μόνος ὁ ἀρχιερεύς μία φορά τόν χρόνο εἰσήρχετο. Αὐτό βέβαια τό ἔκανε ὁ Ζαχαρίας χωρίς καί ὁ ἴδιος νά καταλαβαίνη τόν βαθύτερο λόγο.
Πολλές φορές, ἀλήθεια, ἡ Θεία Πρόνοια χρησιμοποιεῖ ἀνθρώπους καί καταστάσεις γιά τό πνευματικό καί αἰώνιο συμφέρον μας, πού πολλές φορές ἐμεῖς, δυστυχῶς, τίς παραθεωροῦμε, ὅλες αὐτές τίς θεϊκές εὐκαιρίες καί οἱ ὁποῖες, ἄν δέν μετανοήσωμε καί ἄν δέν τίς ἐκμεταλλευθοῦμε μέ τόν πνευματικό τρόπο ὅσο εἶναι καιρός, θά μᾶς κρίνουν ἐν ἡμέρᾳ Κρίσεως.
Ὁ Ζαχαρίας εἰσήγαγε τήν Θεοτόκο σέ αὐτά τά Ἅγια τῶν Ἁγίων προκειμένου Αὐτή νά προπαρασκευασθῆ καί νά καταστῆ ἀξία νά γεννήση κατόπιν τόν ἴδιο τόν Θεό, ὁ ὁποῖος ἐδανείσθηκε ἀπό τήν Μητέρα Του ἐμψυχωμένη ἀνθρωπίνη σάρκα. Διότι οὕτως ηὐδόκησε ὁ Θεός νά θεώση τούς ἀνθρώπους, ὥστε κατόπιν νά ἠμποροῦν πλέον οἱ ἄνθρωποι νά γίνωνται εἰς τό διηνεκές ὁλοένα καί περισσότερο μέτοχοι τῆς ἀτελευτήτου θείας δόξης τοῦ Θεοῦ.
Ἐκεῖ λοιπόν, εἰς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων, ἔμεινε ἡ ἀειπάρθενος Κόρη ἐπί δώδεκα χρόνια τρεφομένη ξενοπρεπῶς ἀπό τόν Ἀρχάγγελο Γαβριήλ μέ τροφή οὐρανία. Περιττό νά ποῦμε, ὅτι ἀξιώθηκε καί τῆς τοῦ Θεοῦ ἐμφανείας μέχρις ὅτου ἦλθε ὁ καιρός τοῦ Εὐαγγελισμοῦ Της.
Μέ αὐτήν τήν θεϊκή τροφή, ἡ Θεοτόκος ἐδυνάμωσε καλύτερα τήν φύσι Της καί ἐτελειοποιοῦσε τόν ἑαυτό Της τόσο, ὥστε ἔγινε καθαρωτέρα καί ἀνωτέρα καί ἀπό αὐτές τίς ἀσώματες ἀγγελικές δυνάμεις. Εἶχε δέ ὡς ὑπηρέτες ἀγγέλους. Ἄν θέλωμε λίγο νά ἐμβαθύνωμε, δέν εἰσῆλθε ἁπλῶς καί μόνον εἰς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων τοπικά, ἀλλά κατά κάποιον τρόπο παρελήφθη ἀπό τόν Θεό σέ συνοίκησι μέ Αὐτόν. Εἶναι αὐτό πού ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς λέγοντας ''ἡ ἐν Θεῷ σύγκρασις''.
Περιττόν βέβαια νά διευκρινήσωμε, ὅτι τά πιό πολλά ἀπό αὐτά πού ἀναφέραμε ἤδη καί θά ἀναφέρωμε τά ἀναλύει εἰς τό ἔπακρον ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, εἰς τόν ὁποῖον συγκεντρώνεται ἡ συνισταμένη τῆς γνησίας ἀνοθεύτου διαχρονικῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος. Γι᾽ αὐτό ἄλλωστε καί τήν Μεγάλη Τεσσαρακοστή, μετά τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, πού ἑορτάζομε τήν νίκη τῆς ὀρθῆς πίστεως καί γνώμης γιά τό ποιός εἶναι ὁ ἀποκαλυφθείς Θεός εἰς τό ἀνθρώπινο γίγνεσθαι, τήν δευτέρα Κυριακή, τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἑορτάζομε τήν ὄντως Ὀρθόδοξη πνευματικότητα, τόν ὀρθό καί τέλειο τρόπο τοῦ ''εὖ πνευματικῶς ἀγωνίζεσθαι'', ὥστε νά καταστῆ δυνατόν νά μετέχωμε καί ἐμεῖς εἰς τίς ἡδονικώτατες ἄκτιστες θεϊκές ἐνέργειες.
Τό ''σύν Θεῷ κραθῆναι'', κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο, αὐτή ἡ δυνατότητα νά γίνη ὁ Χριστιανός ἕνα κρᾶμα μέ τήν θεία δόξα, αὐτό θά πῆ Ὀρθοδοξία. Καί αὐτό συνέβη σέ πάρα πολλούς θεόπτες Ἁγίους καί ἀγωνιστάς. Εἶναι κάτι ἀνάλογο μέ αὐτό πού ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, ὁ συγγραφέας τῆς Κλίμακος, ὅτι δηλαδή εἰς τήν πραγματική, ἀληθινή προσευχή ἔχομε ''συνουσία'' μετά τοῦ Θεοῦ.
Καί, ἄν ὅλα αὐτά ἰσχύουν γιά τούς Ἁγίους εἰς τό πέρασμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας, πού ἔβλεπαν ἀοράτως τόν ὄντως μόνον Ἀόρατον, ἐβίωναν δηλαδή τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ξεπερνᾷ καί σέ ποιότητα, καί σέ ποσότητα, καί σέ κάθε ἄλλη συντεταγμένη κάθε νόμιμη καί παράνομη ἀπόλαυσι αὐτῆς τῆς ζωῆς, ἔ, τότε, κατά μείζονα λόγον ἰσχύουν γιά τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Καί γιά νά κυριολεκτήσωμε ἀκόμη πιό πολύ, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος δέν ἔπαιρνε τιμή καί ἀπό αὐτά τοῦτα τά Ἅγια τῶν Ἁγίων, ἀλλά ἔδινε τιμή σέ αὐτά τά Ἅγια τῶν Ἁγίων.
Διότι, εἰς τόν Ναό ἐφυλάσσοντο, μέ κάθε εὐλάβεια, οἱ πλάκες τῆς Διαθήκης πού ἐπῆρε ὁ θεόπτης Μωϋσῆς ἀπό τόν Θεό Λόγο - ''ἄσαρκο Χριστό'' - ἀπό τόν Χριστό δηλαδή πρίν σαρκωθῆ... Διότι, κατά τούς Ἁγίους Πατέρες, ὁ Χριστός, ὡς τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἦταν Ἐκεῖνος πού ἐνεργοῦσε τά θαυμάσια εἰς τό Σινᾶ. Ὅμως, ἡ Θεοτόκος ἐχώρησε μέσα Της τόν ἴδιο τόν Νομοδότη, πού εἶχε δώσει τίς πλάκες τῆς Διαθήκης. Ἐχώρησε λοιπόν μέσα Της τόν ἴδιο τόν Νομοδότη, πού δέν Τόν χωροῦν τά σύμπαντα.
Τά Χριστούγεννα, μεταξύ τῶν ἄλλων, ἕνα τροπάριο λέγει: «Ὁ ἀχώρητος παντί, πῶς ἐχωρήθη ἐν γαστρί; Ὁ ἐν κόλποις τοῦ πατρός, πῶς ἐν ἀγκάλαις τῆς μητρός;». Ἔγινε δηλαδή ἡ Παναγία Μητέρα μας δοχεῖο τοῦ ἀχωρήτου Θεοῦ, ἐφ᾽ ὅσον εἰς τόν Χριστόν κατοικῆ ὅλο τό πλήρωμα τῆς Θεότητος. Καί γι᾽ αὐτό, πολύ εὔστοχα ἡ Παναγία ὀνομάζεται καί ''χώρα τοῦ ἀχωρήτου''.
Τό μεγαλεῖο Της εἶναι ἀκατανόητο καί ἀπροσπέλαστο, ὄχι μόνον εἰς τήν ἀνθρωπίνη διάνοια, ἀκόμη κι ἄν αὐτή εἶναι ἁγιασμένη, ἀλλά καί σέ αὐτούς τούς ἀγγελικούς νόες.
Μέ τήν ἀγαθή Της πάντα προαίρεσι καί μέ τόν τέλειο προσωπικό Της ἀγῶνα, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἔγινε, ἀξίως καί δικαίως, ἡ αἰτία τῆς σωτηρίας καί ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων, καί τῶν ἀγγέλων, καί τῆς ἀλόγου κτιστῆς Δημιουργίας. Ἄλλωστε, σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους Πατέρες δέν εἶχε διαπράξει καμμία προσωπική ἁμαρτία. Γι᾽ αὐτό καί ὁ προγνώστης Θεός Τήν προώρισε. Διότι, ὁ Θεός ποτέ δέν προορίζει κάποιον μέ τό ζόρι, ἐφ᾽ ὅσον εἰς τόν Θεόν δέν ὑπάρχη προσωποληψία. Ἁπλῶς, εἰς τόν Θεόν, ἐπειδή εἶναι ἐκτός χρόνου, δέν ὑπάρχει παρελθόν, παρόν καί μέλλον. Ἄν ὁμιλήσωμε μέ τά ἰδικά μας ἀνθρώπινα δεδομένα, γιά τόν Θεόν ὅλα εἶναι σάν ἕνας διαρκής ἐνεστῶτας. Ἐπειδή λοιπόν ὁ Θεός προεγνώριζε τήν ἑκουσία Της λαμπρή μοναδική πορεία, γι᾽ αὐτό καί Τήν προώρισε.
Εἰς τό σημεῖο αὐτό, ἄς σταθοῦμε λίγο εἰς τήν παντελῆ ἁγνότητα τῆς Παναγίας Μητέρας μας. Ἀλλά, ἀλήθεια, πῶς μποροῦμε, ἐμεῖς, οἱ ἐμπαθεῖς, οἱ βουτηγμένοι εἰς τήν ἁμαρτία, νά ἐννοήσωμε τήν καθαρότητα τῆς Παναγίας μας; Εἶναι ἀσύλληπτη, ὅπως ἤδη εἴπαμε, ἀκόμη καί σ᾽ αὐτά τά Χερουβείμ καί τά Σεραφείμ. Νά τήν ὁρίσωμε καί νά τήν ἐννοήσωμε, τήν καθαρότητά Της, εἶναι ἀδύνατον, εἰς τό βάθος της. Ἁπλῶς, ἄς προσπαθήσωμε νά συλλάβωμε κάποια ἐλάχιστα χαρακτηριστικά ἰδιώματα πού ἀπορρέουν ἐκ τῆς παντελοῦς καθαρότητός Της. Προφανῶς, αὐτά δέν ἀποτελοῦν παρά ἕνα ἐλαχιστώτατο μέρος τῶν ὄντως ὑπεραρίθμων παραμέτρων πού συνθέτουν τήν παναγιότητα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Γι᾽ αὐτό ἄλλωστε καί ὁ Θεός, πού ἀπό καταβολῆς κόσμου ἐδιψοῦσε τήν σωτηρία τοῦ σύμπαντος κόσμου ἐπερίμενε πότε θά ἐμφανιζόταν αὐτό τό ἀθῶο πλάσμα - κατά τόν π. Παΐσιο -, ἡ Παναγία μας, γιά νά φιλοξενηθῆ ὁ Θεός Λόγος εἰς τά ἄχραντα σπλάγχνα τῆς παντάνασσας Κόρης καί νά δανεισθῆ ἀπό Αὐτήν ἀνθρωπίνη σάρκα, τήν ὁποία ποτέ πλέον δέν ἐπρόκειτο νά ἀποβάλη. Καί ὄχι μόνον δέν ἐπρόκειτο νά ἀπεκδυθῆ ποτέ, ἀλλά τήν ἀνέβασε, διά τῆς ἐνδόξου ὑπερφυοῦς Ἀναλήψεώς Του, σέ αὐτό ἀκριβῶς τό ὕψος τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Λοιπόν, πῶς ἡ Παναγία ἔμενε ὄντως ἀμόλυντη; Καλά, τόν ἑαυτό Της ἀσφαλῶς τόν ὥριζε. Ἀλλά, τό περιβάλλον Της ἦταν τέλειο; Δέν ὑπῆρχε γύρω Της ἡ πολυποίκιλη ἁμαρτία, εἰς τόν περιβάλλοντα χῶρο Της; Ἀσφαλῶς καί ὑπῆρχε. Πῶς λοιπόν δέν ἐλερώθηκε, ἔστω καί στό ἐλάχιστο, ἀπό τίς ἀθέλητες ἔστω ἁμαρτωλές προσβολές πάσης φύσεως;
''Ἁπλούστατα'', εἶχε μέσα Της καί γύρω Της ἕναν ''πνευματικό μηχανισμό'', πού ὁ,τιδήποτε ἁμαρτωλό προσέκρουε ἐπάνω Της πάραυτα ἐκαθαρίζετο ἀπό Αὐτήν τήν ἰδία. Εἰς τήν Παναγία ὑπῆρχε ἕνας παντοειδής ἐσωτερικός φυσικός πνευματικός καθαριστικός μηχανισμός, πού εἶχε τήν αὐτόματη δυνατότητα ὁ,τιδήποτε βρώμικο ἔπεφτε ἐπάνω Της, ὄχι ἁπλᾶ νά μή τό δέχεται, νά μήν εἰσχωρῆ μέσα Της, ἀλλά, ἐπί πλέον, νά τό ἐπιστρέφη, καί μάλιστα πεντακάθαρο, καί νά τό ἐκπέμπη, ὡς πεντακάθαρο, πρός ὅλες τίς κατευθύνσεις. Καί μάλιστα, ὅσο πιό ἁμαρτωλό ἦτο, τόσο πιό ἁγιασμένο τό ἐπέστρεφε. Διότι, ὅπως ὁ ἐμπαθής ἄνθρωπος, καί περί ἀρετῆς νά ὁμιλῆ, τελικά ἐμπαθῶς θά ὁμιλῆ, δέν γίνεται διαφορετικά, ἔτσι ἰσχύει καί τό ἀντίστροφο μέ πολυσήμαντες δυνατότητες καί ἐφαρμογές...! Γενικώτερα, ὁ ἔχων ἀρετή καί καθαρότητα, καί ''ἐμπαθῶς'' φαινομενικά νά ὁμιλῆ, τελικά ἀπαθῶς καί ἐναρέτως θά ὁμιλῆ. Φυσικά, αὐτό συνήθως τό ἀντιλαμβάνονται οἱ ἔχοντες ὑγιῆ πνευματικότητα, ἤ ἔστω καλή προαίρεσι.
Φυσικά, γιά νά ἐννοούσαμε πλήρως τήν ὅλη πνευματική κατάστασι τῆς Παναγίας θά ἔπρεπε ἀπαραιτήτως νά ἤμαστε εἰς τά ἰδικά Της πνευματικά μέτρα, ἀπό τά ὁποῖα, οἰκειοθελῶς δυστυχῶς, μᾶς χωρίζει μέγα ἁμαρτωλό προσωπικό χάσμα. Καί, ἐκ τῶν ἰδίων, δέν ἠμποροῦμε νά κρίνωμε τά ἀλλότρια ἀκόμη καί ὅταν ἔχωμε τήν πιό καλή προαίρεσι. Δέν ἠμποροῦμε δηλαδή νά καταλάβωμε τήν πλήρη καθαρότητα τῆς Παναγίας. Μόνον ὁ Θεός τήν γνωρίζει καί ἀκριβῶς, ἐπειδή τήν γνωρίζει, γι᾽ αὐτό καί Τήν ἐδόξασε, καί Τήν ἐδιάλεξε καί ἐμεγαλύνθη τό πανάγιο ὄνομά Της σέ Οὐρανό καί γῆ.
Κατά τόν Εὐαγγελισμό Της ἀπό τόν ἀρχάγγελο Γαβριήλ ἐκαθαρίσθηκε ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα καί ἐδάνεισε σάρκα εἰς τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος γιά νά γίνη ἄνθρωπος. Καί αὐτό ἔγινε γιά νά ἠμπορέσωμε νά δοῦμε καί νά ἀκούσωμε τόν Θεό. Γιά νά γίνη ὁ ἴδιος, ὁ σαρκωμένος Θεός, προσιτός σέ ἐμᾶς, τύπος καί ὑπογραμμός καί νά μᾶς διδάξη. Διότι διαφορετικά, ὅπως εἶναι εἰς τήν φύσι Του ὁ Θεός, δέν ἠμποροῦμε νά Τόν καταλάβωμε, οὔτε ἐμεῖς, οὔτε οἱ ἅγιοι ἄγγελοι, καθ᾽ ὅτι ἡ θεία φύσις εἶναι παντελῶς ἀκοινώνητος καί ἀμέθεκτος.
Ὅπως ἔλεγαν οἱ ἔνδοξοι πρόγονοί μας, ''Θεόν νοῆσαι χαλεπόν, φρᾶσαι δέ ἀδυνατότερον'', τό ὁποῖο βέβαια ἀντέστρεψαν, ἀκόμη ἐπί τό ρεαλιστικώτερον, οἱ ἅγιοι θεοφόροι Πατέρες μας, καί συγκεκριμένα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος.
Λοιπόν, ὄχι μόνον τήν φύσι τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί αὐτήν τήν δόξα Του δέν ἠμποροῦμε νά δοῦμε, ἔστω καί στό ἀπειροστό της, ἐκτός καί ἐάν ὁ ἴδιος ὁ Θεός εὐδοκήση, καί μόνον ἐάν εὐδοκήση καί μᾶς ἀποκαλύψη λίγο ἀπό τήν γλυκυτάτη Του θεία δόξα.
Τό γιατί συνήθως δέν εὐδοκῆ ὁ Θεός, εἶναι ἕνα ἐρώτημα, ἤ μᾶλλον εἶναι ἕνα δυστύχημα, πού βαρύνει κατά κανόνα ἐμᾶς καί ὄχι τήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ ἤ τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ - δέν ἔχει καμμία σχέσι μέ τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ -, ὁ ὁποῖος ἐταπεινώθη ἕως θανάτου, θανάτου δέ Σταυροῦ, χάριν ἡμῶν καί ἀντί ἡμῶν.
Ἐκτός ὅμως ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι καί ἡ σωτηρία καί αὐτοῦ τούτου τοῦ ἀγγελικοῦ κόσμου. Οἱ ἄγγελοι ἐπαγιώθησαν καί ἐσταθεροποιήθησαν εἰς τό ἀγαθόν καί δέν κινδυνεύουν πλέον, παρά μόνον μετά τήν ἐνανθρώπησι τοῦ Σωτῆρος. Αὐτό δέν σημαίνει, ὅτι οἱ ἅγιοι ἄγγελοι εἶναι ἀπό τήν φύσι τους ἄτρεπτοι, ἀναλλοίωτοι δηλαδή, διότι μόνος ὁ Θεός εἶναι ἀπό τήν φύσι Του ἄτρεπτος. Ἀλλά, τί σημαίνει; Σημαίνει, ὅτι, μετά τήν Ἐνανθρώπησι ποσῶς δέν θέλουν πλέον νά ἀποστοῦν ἀπό τοῦ Θεοῦ. Ἐνῷ, πρίν τήν Ἐνανθρώπησι ἐκινδύνευαν, ἐάν βέβαια δέν ἐπρόσεχαν. Ὅπως γιά παράδειγμα ὁ Ἑωσφόρος καί ὅσοι τόν ἀκολούθησαν, κάνοντας κακή χρῆσι τῆς ἐλευθερίας τους, κατήντησαν δαίμονες ἀπό πρώην ἄγγελοι.
Κάτι ἀντίστοιχο, κατ᾽ ἀναλογίαν, θά συμβῆ καί σέ ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, μετά ὅμως τήν κοίμησί μας, ἐάν σωθοῦμε. Τότε, ὅλοι οἱ Ἅγιοι καί ὅλοι οἱ σεσωσμένοι, εἰς τόν Παράδεισον, δέν θά κινδυνεύουν πλέον νά πέσουν. Ἐνῷ οἱ ζῶντες πάντα κινδυνεύουν. Οἱ κεκοιμημένοι ὠφελοῦνται, ἕως τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ἀπό τίς προσευχές τῆς στρατευομένης Ἐκκλησίας.
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι καί ἡ σωτηρία ὁλοκλήρου τῆς κτίσεως, ἐφ᾽ ὅσον, δυνάμει τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού πῆρε πλήρη ἀνθρωπίνη φύσι ἀπό τήν Παναγία, πλήν ἁμαρτίας, ἄνευ ὅμως σπέρματος ἀνδρός, ὅλη ἡ κτίσις θά μεταβληθῆ καί θά μετασκευασθῆ σέ μορφή καί σχῆμα πού τώρα δέν μποροῦμε νά σκεφθοῦμε ἤ νά φαντασθοῦμε.
Λέγει σχετικά ὁ θαυμασιώτατος Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος, ὅτι ὁ Χριστός, κατά τήν πρώτη Του ἐμφάνισι, περιέκρυψε τό πῦρ τῆς Θεότητός Του, διότι θά ἐπυρπολῆτο, ὄχι ἁπλῶς ἡ γῆ, ἀλλά ὁλόκληρη ἡ Δημιουργία. Θέλετε παράδειγμα; Εἰς τό γεγονός τῆς Μεταμορφώσεως, ἄν καί ἀμυδρῶς ἐφανέρωσε τό θεῖο Του Φῶς ὁ Χριστός, οἱ Μαθηταί, γοητευμένοι ἀπό αὐτήν τήν ὑπέρ νοῦν ἡδονή, ἔπεσαν κάτω, χαμαί, '' ἵνα μή σύν τῇ ὁράσει καί τό ζῆν ἀπωλέσωσι'', ὅπως λέγη ὁ ὑμνογράφος. Γιά νά μή χάσουν δηλαδή, καί τήν ζωή τους, ταυτόχρονα μέ αὐτήν τήν θεϊκή ὅρασι, οἱ τρεῖς πρόκριτοι τῶν Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι παρευρέθησαν εἰς τό γεγονός τῆς Μεταμορφώσεως.
Γι᾽ αὐτό, ἄν θέλωμε νά κυριολεκτήσωμε, ἔχομε μέν ἀποκάλυψι τῆς Θεότητος ἀσφαλῶς εἰς τόν Χριστόν γιά λόγους σωτηριολογικούς, ἀλλά ταυτόχρονα ἔχομε καί συγκάλυψι αὐτῆς τῆς Θεότητός Του γιά λόγους φιλανθρωπικούς, γιά νά μή πυρποληθῆ τό σύμπαν.
Κατά τήν Δευτέρα ὅμως ἐμφάνισί Του ὁ Κύριός μας, ὁ Βασιλεύς τῶν βασιλευόντων, θά κάνη πλέον φανερή τήν δόξα Του, φανερό τοῦτο τό πῦρ τῆς Θεότητός Του, φυσικά ὄχι γιά νά καταστρέψη τήν κτίσι, ἀλλά ὅπως εἴπαμε γιά νά τήν μεταβάλη εἰς τήν τελική ἄφθαρτη κατάστασί της, ἤ, ὅπως λέγωμε ἐπί τό θεολογικώτερον, γιά νά γίνη ἡ προσαγωγή τῶν πάντων εἰς τόν Θεόν Πατέρα.
Ἔτσι λοιπόν ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι τό μεθόριον μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου, ἐφ᾽ ὅσον εἶναι ἡ μοναδική γέφυρα πού ἑνώνει τόν ἄκτιστο, ἄπειρο καί ἀκατάληπτο Θεό μέ τά κτιστά δημιουργήματά Του.
Σύμφωνα δέ μέ τήν Ὀρθόδοξη πατερική Γραμματολογία, εἶναι τό μόνο δημιούργημα πού ἀπό τώρα εὑρίσκεται εἰς τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ μέ τό τελικό Της ἄφθαρτο ἀνθρώπινο σῶμα, ὅπως δηλαδή εἶναι καί ὁ Χριστός μετά τήν Ἀνάστασί Του.
Λίγο-πολύ θεωροῦμε γνωστά τά ἱστορικά γεγονότα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, δηλαδή ἐκεῖνα πού συνέβησαν ὅταν ἐπῆγε, ὕστερα ἀπό τρεῖς ἡμέρες, ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς, ὁ ὁποῖος ἀπουσίαζε, ὅταν ὁ πάνδημος χορός τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἐκήδευσε τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Ὅταν λοιπόν ἀπουσίαζε ὁ Θωμᾶς καί ἐζήτησε ἀργοπορημένα νά προσκυνήση εἰς τόν τάφο Της τό τίμιο λείψανό Της, τότε διεπιστώθη ὅτι ἔλειπε τό σῶμα Της καί ὑπῆρχε μόνον ἡ σχετική σινδόνα μέ τήν ὁποία ἦτο τυλιγμένη ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος.
Βέβαια, ἐκτός ἀπό τήν ἱστορική κατοχύρωσι, ὑπάρχει καί ἡ ἀντίστοιχη προφητική. Ἀρκεῖ μόνο νά ἀναφέρωμε ἀπό τούς Ψαλμούς τοῦ Δαυΐδ τό σημεῖο ἐκεῖνο πού λέγει ὁ Προφητάναξ Δαυΐδ: «Ἀνάστηθι, κύριε, εἰς τήν ἀνάπαυσίν σου, σύ - Κύριε, ἐννοεῖται - καί ἡ κιβωτός τοῦ ἁγιάσματός σου» (Ψαλμ, 131, 8). Τό ''σύ'' ἀναφέρεται ἀναμφισβήτητα εἰς τόν Χριστόν, εἰς τήν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ὅπως ἤδη προαναφέραμε ''κιβωτός τοῦ ἁγιάσματος'' δέν εἶναι παρά αὐτή ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, πού ἐχώρησε μέσα Της, ὄχι ἁπλῶς τίς πλάκες τῆς Διαθήκης, ἀλλά τόν ἴδιο τόν Νομοδότη.
Τώρα, στηριζόμενοι σέ αὐτά τά ἱστορικά καί προφητικά δεδομένα, οἱ ἅγιοι καί θεοκατευθυνόμενοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας κατέθεσαν, κατωχύρωσαν καί διεσαφήνισαν, γραπτά καί ἀναλυτικά, τήν ὁλόσωμη εἰς τούς Οὐρανούς μετάστασι τῆς Παναγίας μας. Καί αὐτό τό ἔκαναν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἀπό τούς παλαιοτέρους ἕως τούς νεωτέρους. Περίτρανα εἶπαν, ὅτι εἰς τήν παναγία Μητέρα μας ἔχομε ὁλόσωμη μετάστασι, ὄχι ''ὡς εἰς οὐρανόν'', ὅπως εἰς τόν Προφήτη Ἠλία, ὁ ὁποῖος ἀκόμη ἔχει τό φθαρτό του σῶμα - καί αὐτό βέβαια θαῦμα εἶναι. Δέν ἔχει γνωρίσει θάνατο. Ἀλλά εἰς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο ἔχομε ὁλόσωμη μετάστασι ''εἰς τούς οὐρανούς'', εἰς τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Βέβαια, δέν εἶναι δόγμα τῆς Ἐκκλησίας μας αὐτό, διότι, ἁπλούστατα, κανείς δέν τό ἀμφισβήτησε ποτέ. Ὁπότε, εἰς τό διάβα, εἰς τό πέρασμα τῆς ὅλης διαχρονικῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας δέν ἐχρειάσθηκε, γιά τό θέμα αὐτό, νά συγκληθῆ κάποια οἰκουμενική σύνοδος καί νά προκύψη ἀπό αὐτήν τό ἀντίστοιχο δόγμα.
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι ἡ πραγματική Μητέρα ὅλων τῶν Χριστιανῶν. Ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστός Γέροντας Παΐσιος, πού ἐπανειλημμένα Τήν εἶχε δῆ, '' ὅποιος δέν ἔχει γευθῆ τήν ἀνέκφραστη γλυκύτητα καί παρηγοριά τῆς Παναγίας μοιάζει μέ τά παιδιά τοῦ ὀρφανοτροφείου πού δέν νοιώσαν τήν οἰκογενειακή ζεστασιά''. Καί αὐτήν τήν σοφή ρῆσι τοῦ Γέροντα μποροῦμε νά τήν ἐπεκτείνωμε λέγοντας ὅτι εἶναι μεγάλη τραγωδία νά ἔχης, ὡς Χριστιανός, τήν ἀσυγκρίτως καλυτέρα ὅλων τῶν μητέρων, τήν Παναγία, καί νά αἰσθάνεσαι ὀρφανός.
Εἰς τό σημεῖο αὐτό, ἄς ἀναφέρωμε ἐπιγραμματικά κάποιες τελευταῖες, γνωστές, ζωντανές, ἐγγυημένες ἐμφανίσεις τῆς Παναγίας μας σέ γνωστούς ἀσκητάς τοῦ αἰῶνα μας.
Ἐμφανίσθηκε τρεῖς φορές εἰς τόν Μικρασιάτη Ἅγιο Ἀρσένιο τόν Καππαδόκη, πού ἐκοιμήθη τό 1924, μέ τήν γνωστή ἀνταλλαγή τῶν πληθυσμῶν ἀπό τήν Μικρά Ἀσία. Τήν πρώτη φορά Τήν εἶδε νά ἀστράφτη, τό πρόσωπό Της, ἐνῷ ἔβγαινε ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος ἀπό τόν ναό, καί ἐχάνετο μπροστά στά μάτια του. Τήν δευτέρα φορά, ἐνῷ ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος εἶχε πέσει ἀπό ὕψος πενήντα μέτρων, τόν ἔσωσε ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος. Τόν ἐπῆρε εἰς τήν ἀγκάλη Της καί τόν ἐκατέβασε κάτω θαυματουργικά χωρίς νά πάθη τίποτε. Τήν τελευταία φορά, ἡ Παναγία εἰδοποίησε τόν Ἅγιο Ἀρσένιο δύο ἡμέρες πρίν τήν κοίμησί του καί τόν ἐξενάγησε ''δωρεάν'' σέ ὅλο τό Ἅγιον Ὄρος, ἐνῷ αὐτός τότε εὑρίσκετο σωματικῶς εἰς τήν Κέρκυρα.
Αὐτά ἀναφέρει ὁ π. Παΐσιος, στό βιβλίο πού ἔγραψε τόν βίο τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου. Ὁ ἴδιος εἶχε δῆ καί τόν Ἅγιο Ἀρσένιο σέ ὀπτασία καί τήν ἰδία τήν Θεοτόκο, ἡ ὁποία, μεταξύ τῶν ἄλλων, τόν προέτρεψε νά δέχεται τόν κόσμο. Βέβαια, ὁ π. Παΐσιος καί πολλούς ἄλλους Ἁγίους εἶχε δῆ.
Ἐπίσης, ἐμφάνεια τῆς Θεοτόκου εἶχε καί ὁ μεγάλος Ρῶσος ἀσκητής τῆς Καψάλας τοῦ Ἁγίου Ὄρους ὀνόματι παπα-Τύχων. Ἐκοιμήθη τό 1968. Μάλιστα, ὁ παπα-Τύχων εἶχε ἐμφάνεια τῆς Παναγίας καί πρίν γίνη μοναχός. Σέ μία του προσκυνηματική περιοδεία εἰς τήν Ρωσία, πού δέν μποροῦσε νά φάγη τό ψωμί τῆς περιοχῆς πού ἦταν ἀπό σίκαλη, ἀπεγνωσμένα, μέ τήν τότε παιδική του ἁπλότητα, ἔκανε προσευχή εἰς τήν Παναγία, λέγοντας: «Παναγία μου, θέλω νά μέ βοηθήσης, γιατί θά πεθάνω στόν δρόμο πρίν γίνω καλόγηρος''. Σημειωτέον δέ ὅτι ἔτρωγε μόνο ψωμί.
Καί ξαφνικά, τοῦ παρουσιάζεται μία Κόρη μέ λαμπερό πρόσωπο, τοῦ δίνει μία φραντζόλα ἄσπρο ψωμί, ὄχι δηλαδή ἀπό σίκαλη, καί ἀμέσως ἐξαφανίζεται. Φυσικά, τά ἔχασε ὁ παπα-Τύχων - τότε ἐλέγετο Τιμόθεος -, δέν ἠμποροῦσε νά τό ἐξηγήση. Καί ἔτσι ἐπέρασε ἀρκετό διάστημα μέ τήν ἀπορία αὐτή. Ἀλλά, ἀργότερα, ὅταν τοῦ ἔδωσε ἕνας μοναχός ἕνα βιβλίο μέ τίς θαυματουργές εἰκόνες τῆς Παναγίας τῆς Ρωσίας καί εἶδε τήν Παναγία τοῦ Κρεμλίνου, σκίρτησε ἡ καρδιά του ἀπό εὐλάβεια, τά μάτια του πλημμύρισαν ἀπό δάκρυα εὐγνωμοσύνης καί εἶπε: «Αὐτή ἡ Παναγία μοῦ ἔδωσε ἄσπρο ψωμί». Καί ἀπό τότε πιά Τήν ἔνοιωθε πιό κοντά, ὅπως τό παιδί τήν μάνα του. Αὐτά τά ἀναφέρει ὁ Γέροντας Παΐσιος στό βιβλίο του μέ τίτλο ''Ἁγιορεῖτες πατέρες καί ἁγιορείτικα''. Σημειωτέον, ὅτι ὁ Γέροντας Παΐσιος ἔλαβε τό Μέγα Ἀγγελικό Σχῆμα ἀπό τόν παπα-Τύχωνα.
Ἐπίσης, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἐμφανίσθηκε εἰς τόν Ἁγιορείτη ἀσκητή Χατζηγιώργη - ἐκοιμήθη τό 1886. Ἀνάλογες ἐμπειρίες εἶχαν ὁ Ἅγιος Σιλουανός, πού ἄκουσε τήν φωνή Της - ἐκοιμήθη τό 1935 -, ὁ ἀρχιμανδρίτης Ἰωακείμ Σπετσιέρης - ἐκοιμήθη τό 1943. Αὐτός μάλιστα εἰς τά Ἱεροσόλυμα εἶχε δῆ ἄκτιστο θεῖο Φῶς νά βγαίνη ἀπό τό πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου τοῦ Καππαδόκου καί ἐζητοῦσε πληροφορίες. Ἔλεγε ''Ποιός εἶναι αὐτός ὁ ἱερέας;''...!
Ἐμπειρία τῆς Παναγίας εἶχε ὁ Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής - ἐκοιμήθη τό 1959. Τελευταία δέ γνωστή ἐγγυημένη ἐμφάνεια τῆς Παναγίας μας εἶχε ὁ προηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Παύλου τοῦ Ἁγίου Ὄρους Ἀρχιμανδρίτης Ἀνδρέας - ἐκοιμήθη τό 1987 -, πού ἡ Παναγία ἐκρατοῦσε σχετικό βιβλίο πού κατέγραφε ποιοί μοναχοί ἀγωνίζονται καί ποιοί ἐγκαταλείπουν τόν ἀγῶνα καί φεύγουν ἀπό τό Περιβόλι Της καί πλέον ζοῦν κοσμικά.
Ἐξαιροῦμε βέβαια τόν Γέροντα Παΐσιο, ὁ ὁποῖος, ὅπως ἔλεγε, ἡ φυσιογνωμία τῆς Παναγίας μας ἔμοιαζε, ὅπως Τήν εἶδε, πιό πολύ μέ τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Ἱεροσολυμίτισσας.
Ἄς ἀναφέρωμε ἕνα περιστατικό, εἰς τό ὁποῖο φαίνεται ἡ εὐλάβεια κάποιων Ρουμάνων Ἁγιορειτῶν μοναχῶν πού ἐγνώριζε ὁ π. Παΐσιος. Ἦταν σέ ἕνα Κελλί ἕνας Γέροντας καί κάποιος ὑποτακτικός, μεγάλης ἡλικίας καί οἱ δύο, καί ὁ ὑποτακτικός ψυχορραγοῦσε. Ὁπότε, καθηκόντως τούς ἐπισκέφθηκε κάποιος ἄλλος μοναχός πού ἐκτελοῦσε χρέη πρακτικοῦ γιατροῦ γιά νά προσφέρη στόν ψυχορραγοῦντα Ρουμᾶνο μοναχό τίς τελευταῖες ἀνθρώπινες βοήθειες πού ἦταν δυνατές. Τό ὄνομα τοῦ πρακτικοῦ γιατροῦ ἦταν Δανιήλ. Ἡ ἡμέρα δέ πού τό ἔμαθε καί ἐπῆγε ὁ πρακτικός γιατρός ἦταν ἀνήμερα τῆς Κοιμήσεως τῆς Παναγίας. Ὁπότε, ὅταν ἐξεκίνησε νά προσφέρη τίς πρῶτες του βοήθειες, τότε, μέ μεγάλη ἀγωνία, παραδοξώτατα γιά τήν ἰδική μας λογική, ὁ Γέροντας τοῦ μοναχοῦ πού ψυχορραγοῦσε εἶπε στόν πρακτικό γιατρό: «Μή, μή, Ντανῆλο - ἤξερε σπαστά Ἑλληνικά -, σήμερα πρέπει πεθάνη. Σήμερα μεγάλη γιορτή στόν οὐρανό. Γιορτή μεγάλη. Σήμερα εὐλογία Παναγία''. Ἐθεωροῦσε δηλαδή ἀναμφισβήτητα προτιμώτερο πνευματικά γιά τόν ὑποτακτικό του νά πεθάνη ἀνήμερα τῆς Παναγίας παρά νά τοῦ προσέφερε ὁ πρακτικός γιατρός κάποιες βοήθειες μέ τίς ὁποῖες ἴσως ἐπέθαινε λίγες ἡμέρες ἀργότερα, πού ὅμως ἀργότερα δέν θά ἦταν ἡ μεγάλη γιορτή τῆς Παναγίας. Τί διαφορά φρονήματος καί πνευματικοῦ ἐπιπέδου! Πόσο διαφέρουν ἀπό τά δικά μας δεδομένα, πῶς ἐμεῖς ἀντιμετωπίζομε τόν θάνατο!
Καί στό σημεῖο αὐτό μοῦ ἦλθε εἰς τό μυαλό μου ἡ περίπτωσις τοῦ Γερο-Νικήτα, πού αὐτός ἐζοῦσε εἰς τήν Καψάλα καί εἶχε ἕνα Κελλί, τί νά ποῦμε;... Ἀπό παντοῦ ἔβαζε ἀέρα. Ἀπό παντοῦ ἔπεφταν σοβάδες. Μάλιστα, γι᾽ αὐτόν τόν λόγο, ἀπό ὑπερβολική εὐλάβεια, δέν ἤθελε νά κάνη Λειτουργία στό Κελλί του. Πήγαινε δηλαδή ἀλλοῦ νά λειτουργηθῆ. Καί ὅταν, κάποια φορά, ἔκανε Λειτουργία, πιεζόμενος ἀπό τόν Γέροντά μου Ἰσαάκ τόν Λιβανέζο, ὁ Γερο-Νικήτας ἐφοβεῖτο μήπως τήν ὥρα τοῦ φρικτοῦ Μυστηρίου ἔπεφτε ἀπό τήν κόγχη τοῦ Ἱεροῦ κανένα κομμάτι σοβᾶ μέσα στό Ἅγιο Ποτήριο καί δέν ἠμποροῦσε νά κάνη κατάλυσι ὁ ἱερέας.
Ἔ, λοιπόν, αὐτός ὁ Γερο-Νικήτας, ὅταν ἔφευγε ἀπό τό Κελλί του ἄφηνε τήν πόρτα του ἀνοικτή, δέν τήν κλείδωνε - ἄλλωστε, τέτοια πόρτα πού ἦταν καί τέτοιο Κελλί, τέλος πάντων... Καί τό μόνο πού εἶχε ἦταν μία εἰκόνα τῆς Παναγίας θαυματουργή, ἡ Παναγία τοῦ Καζάν. Καί, ὅταν τοῦ εἶπε ἕνας γνωστός μου '' μά, Γέροντα, νά κλειδώνης, μή σοῦ κλέψουν τήν εἰκόνα'', ἀπαντοῦσε μέ περίσσεια εὐλάβεια καί βεβαιότητα: '' Ἄκουσε νά σοῦ πῶ, ἐγώ ἦλθα στό Ἅγιο Ὄρος γιά νά φυλάγη ἡ Παναγία ἐμένα καί ὄχι ἐγώ νά φυλάγω τήν Παναγία»...
Θά μοῦ πῆτε ''πάτερ, ὑπερβολικό''. Ἀναμφισβήτητα, γιά μᾶς εἶναι ὑπερβολικό. Πρέπει νά κάνωμε τά ἀνθρώπινα. Ἀλλά, ἐφ᾽ ὅσον ἐγίνετο ἀπό τό περίσσευμα τῆς εὐλαβείας του καί τῆς ἁπλῆς καρδιᾶς του πρός τήν Παναγία, ἔχομε τήν ταπεινή γνώμη, σύμφωνα καί μέ τούς Γέροντες, ὅτι καί ἡ Παναγία Μητέρα μας ἐπροστάτευε καί τήν εἰκόνα Της, καί τόν ἴδιο τόν μοναχό. Νά προσθέσωμε δέ, κλείνοντας γι᾽ αὐτόν τόν μοναχό, ὅτι ἐπερπατοῦσε ξυπόλυτος χειμῶνα-καλοκαῖρι. Ἦταν Κρητικός καί μᾶς ἔλεγε: «Ὅταν ἔφυγα γιά τό Ἅγιον Ὄρος τήν Κρήτην δέν τήν ξαναεῖδα οὔτε εἰς τόν χάρτην''. Σέ μία φωτογραφία πού ἔχω ἀκουμπάει σέ μία καρέκλα πού εὑρῆκε ἐκεῖ, τῆς ὁποίας ὑπῆρχε μόνον ὁ σκελετός...
Ὁ π. Παΐσιος ἐγνώριζε κάποιους χωρικούς, οἱ ὁποῖοι, ὅταν ἔβλεπαν τά γαϊδουράκια πού ἐκουβαλοῦσαν τό λάδι γιά τά κανδήλια ἑνός ἀπομεμακρυσμένου Μοναστηριοῦ πού ἐτιμᾶτο πρός τιμήν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἀπό εὐλάβεια ἔβαζαν μετάνοια στά γαϊδουράκια, ἐπειδή μόνο καί μόνο ἦσαν φορτωμένα μέ τό λάδι τῆς Παναγιᾶς. Καί συνέχισε λέγοντας ὁ σοφός Γέροντας: «Σκεφθεῖτε, ἄν ἔβαζαν μετάνοια καί τόσο ἐσέβοντο τά γαϊδουράκια, πόσο περισσότερο ἐσέβοντο τήν Παναγία μας καί πόσο περισσότερο τόν ἴδιο τόν Θεό»! Διότι, γιά νά μιλήσωμε πατερικά, τελικά, ἡ τιμή ''ἐπί τό πρωτότυπον διαβαίνει''. Καί, ὅταν προσκυνοῦμε μία εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἤ τήν Τιμία Ζώνη Της, κλπ., δέν προσκυνοῦμε τό ξύλο, τό χρῶμα, τό σχέδιο ἤ τό ὕφασμα, ἀλλά ἡ τιμή τῆς προσκυνήσεως πηγαίνει εἰς τό πρόσωπο πού ἀπεικονίζεται.
Βέβαια, εἰς τίς εἰκόνες δέν ἁρμόζει λατρεία, ἡ ὁποία ἀνήκει ἀποκλειστικά εἰς τον Θεόν, ἀλλά τιμή καί σεβασμός. Καί εἶναι πολύ ἀνόητο, πολύ ἄστοχο, ὅταν κάποιοι ''προοδευμένοι'' σοκάρωνται ἀπό τήν πηγαία εὐλάβεια τοῦ λαοῦ, ὅταν βλέπουν ἀτελείωτες οὐρές πού περιμένουν νά προσκυνήσουν ἐπί παραδείγματι μία εἰκόνα τῆς Παναγίας μας καί ὁμιλοῦν δῆθεν γιά εἰδωλολατρία. Ἄν εἶναι αὐτή εἰδωλολατρία! Αὐτοί εἶναι οἱ πραγματικοί εἰδωλολάτρες, γιατί λατρεύουν τόν ἑαυτό τους καί τήν κτίσι καί ὄχι τόν Κτίσαντα.
Ἡ παρρησία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου εἶναι τεραστία, ἐφ᾽ ὅσον μέ μία λέξι ὁ Θεός Της ταυτόχρονα, ὡς ἄνθρωπος, εἶναι καί Υἱός Της. Γι᾽ αὐτό πρέπει νά Τήν αἰσθανώμεθα καλύτερα κι ἀπό τήν μάνα μας. Γι᾽ αὐτό καί ἐθαυματουργοῦσε, θαυματουργεῖ καί θά θαυματουργῆ ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος.
Ἄς μοῦ ἐπιτραπῆ νά ἀναφέρω τήν ἱερά κανδήλα τῆς Παναγίας τῆς Πορταϊτίσσης στήν Ἱερά Μονή Ἰβήρων τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐκείνη πού εἶναι κρεμασμένη ἐπάνω ἀπό τήν Ὡραία Πύλη τοῦ Ἱεροῦ, πού κάποιες φορές κινεῖται ἀπό μόνη της θαυματουργικά. Μάλιστα, τό 1979, ἡμέρα τῆς Κοιμήσεώς Της, ἀξιωθήκαμε, τότε πού γιά πρώτη φορά εἴχαμε εἰσέλθει εἰς τό Ἅγιον Ὄρος, νά τό δοῦμε αὐτό τό θαῦμα, ἀνάμεσα βέβαια σέ τόσο πλῆθος, νά κινῆται ἀπό μόνο του τό κανδῆλι.
Οἱ θαυματουργές εἰκόνες τῆς Παναγίας μας εἶναι πάμπολλες. Νά ἀναφέρω μόνο τήν Παναγία Μαλεβῆ, πού βγάζει αὐτό τό ἐξωτικό μύρο, ἕνα μύρο χαρακτηριστικό, θεϊκό, πού δέν μποροῦν νά συνθέσουν ἀνθρώπινα χέρια. Καί μάλιστα, γνωρίζω ἀνθρώπους πού ἔχουν ὄντως, ἐγγυημένα, ὄχι κατά φαντασίαν, αἰσθανθῆ αὐτήν τήν συγκεκριμένη εὐωδία τοῦ μύρου τῆς Παναγίας τῆς Μαλεβῆς καί μάλιστα ἐκ τοῦ μακρόθεν.
Ἀπό ὅλες αὐτές ὅμως τίς εἰκόνες, ἄς ἀναφέρωμε τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Παραμυθίας, ἡ ὁποία φυλάσσεται εἰς τήν Ἱερά Μονή Βατοπαιδίου εἰς τό Ἅγιον Ὄρος. Διά μέσου λοιπόν αὐτῆς τῆς εἰκόνας, ἡ Παναγία εἰδοποίησε τούς μοναχούς τῆς Μονῆς νά ἀσφαλισθοῦν καλά τό βράδυ λόγῳ ἐπερχομένης πειρατικῆς ἐπιδρομῆς. Τότε, ὁ εἰκονιζόμενος Χριστός, τῆς ἰδίας εἰκόνος, ἀντέδρασε λέγοντας εἰς τήν Μητέρα του: ''Μή τούς προστατεύης αὐτούς τούς μοναχούς. Δέν τό ἀξίζουν, γιατί ἔχουν παραμελήσει τά καλογερικά τους καθήκοντα''. Καί ἀμέσως τό χέρι τοῦ Χριστοῦ ἄλλαξε, κατά θαυματουργικό τρόπο, θέσι καί πῆγε νά κλείση τό στόμα, τρόπον τινά, τῆς Παναγίας γιά νά μή μιλήση καί γιά νά μή προστατεύση μέ τήν σειρά της τούς ἀμελεῖς ἐκείνους μοναχούς. Αὐτόματα, ὅμως καί ταυτόχρονα, καί τό χέρι τῆς Παναγίας ἄλλαξε θέσι καί ἔπιασε ''βίαια'' τό χέρι τοῦ Χριστοῦ καί τό ἐμπόδισε ἀπό τοῦ νά Τῆς κλείση τό στόμα ὁ Χριστός.
Τά πράγματα εἰς τήν εἰκόνα αὐτή ὁμιλοῦν ἀπό μόνα τους, ἐφ᾽ ὅσον ἀλλοιώτικα τήν ὑπελόγισε σχεδιαστικά ὁ τότε ἁγιογράφος Της καί ἀλλοιῶς τελικά διεμορφώθη, θαυματουργικά, σχεδιαστικά μετά ἀπό αὐτό τό θαῦμα, μέ τό ὁποῖο φαίνεται ἡ παρρησία καί ἡ προστασία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Γιά ὅλα αὐτά λοιπόν κι ἐμεῖς, μέ τήν σειρά μας, ἄς λέγωμε παντοῦ καί πάντοτε, ψυθιριστά ὅταν εἴμεθα μόνοι μας τό ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον με'', καί νοερά, ἀπό μέσα μας, ὅταν εἴμεθα σέ δημόσιο χῶρο. Ἤ, τό ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς'', γιά ὅλους μας, δηλαδή γενικά, καί ἰδιαίτερα γιά πρόσωπα συγγενικά, ἤ πού ἔχουν κάποια ἀνάγκη, ἤ πού τούς ἔχομε κάποια ὑλική ἤ πνευματική ὑποχρέωσι. Ἤ, νά λέγωμε τό ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου'' γιά τούς κεκοιμημένους ἀδελφούς μας. Βέβαια, τό ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον με'' ἔχει τήν ἔννοια τοῦ ''πρέσβευε'', γιατί ἡ Παναγία δέν εἶναι ὀντολογικός, ἀλλά εἶναι παμμέγιστος ἠθικός μεσίτης πρός τόν Θεό Πατέρα. Καί λέγομε ''σῶσον με'', διότι ἡ πρεσβεία Της, σέ σχέσι μέ τούς ἄλλους Ἁγίους, εἶναι μοναδική.
Λοιπόν, εὔχομαι ὁλόψυχα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, νά ἀγωνιζώμεθα μέ ταπείνωσι καί φιλότιμο χρησιμοποιῶντας τήν μεσιτεία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, Τήν ὁποία πρέπει νά παρακαλοῦμε ἀδίστακτα καί νά εὐγνωμονοῦμε αἰώνια, ἐφ᾽ ὅσον Αὐτή εἶναι ἡ αἰτία τῆς τῶν πάντων θεώσεως, τῆς ὁποίας θεώσεως εὔχομαι ὅλοι μας νά τύχωμε διά τῶν πρεσβειῶν Της.

Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος
Ἡγούμενος Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος

(Ὁμιλία εἰς τόν Ἱερόν Ναόν Παναγίας Δεσποίνης Λαμίας - 1999)

Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2014

Ιερός Μητροπολιτικός Ναός Εισοδίων Υπεραγίας Θεοτόκου Ιθάκης-ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΙΕΡΑΣ ΠΑΝΗΓΥΡΕΩΣ


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΛΕΥΚΑΔΟΣ & ΙΘΑΚΗΣ

ΙΕΡΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΝΑΟΣ ΕΙΣΟΔΙΩΝ  ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ    ΒΑΘΥ   ΙΘΑΚΗΣ


ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΙΕΡΑΣ ΠΑΝΗΓΥΡΕΩΣ

ΣΑΣ ΠΡΟΣΚΑΛΟΥΜΕ ΕΠΙΣΗΜΩΣ ΣΤΙΣ ΕΟΡΤΑΣΤΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ.

ΤΗΝ ΠΕΜΠΤΗ 20 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2014

 ΩΡΑ  18.30.

ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ ΧΟΡΟΣΤΑΤΟΥΝΤΟΣ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΛΕΥΚΑΔΟΣ & ΙΘΑΚΗΣ κ. κ. ΘΕΟΦΙΛΟΥ 

ΩΡΑ  20.00

ΛΙΤΑΝΕΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΕΙΚΟΝΟΣ

ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 21 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2014

ΩΡΑ  07.30-10.00

* ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΥΠΟ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΛΕΥΚΑΔΟΣ & ΙΘΑΚΗΣ κ. κ. ΘΕΟΦΙΛΟΥ 

ΩΡΑ  20.00

*ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ,ΙΕΡΑ ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΑΣ.

                               ΕΚ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ

Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2014

Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΤΘΑΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ Ευαγγελικό ανάγνωσμα εορτής Ευαγγελιστού Ματθαίου. (Ματθ. Θ΄ 9-13)

Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΤΘΑΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Ευαγγελικό ανάγνωσμα
εορτής Ευαγγελιστού Ματθαίου.
(Ματθ. Θ΄ 9-13)
Στις 16 του μηνός Νοεμβρίου η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη τού Αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ματθαίου. Για τον λόγο αυτό το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα που θα ακούσουμε στην λατρευτική μας σύναξη, αναφέρεται στην κλήση τού Ματθαίου, όπως αυτή καταγράφεται από τον ίδιο τον Ευαγγελιστή.
Η αμεσότητα με την οποία ο τελώνης Λευίς (αυτό ήταν το όνομά του πριν τον καλέσει ο Χριστός) , αποκρίνεται στην πρόσκληση του Ιησού, συγκινεί όσους μελετούν το ιερό κείμενο. « Και παράγων ο Ιησούς εκείθεν είδεν άνθρωπον καθήμενον επί το τελώνιον, Ματθαίον λεγόμενον, και λέγει αυτώ, ακολούθει μοι. Και αναστάς ηκολούθησεν αυτώ» (Ματθ.θ΄9). Δηλ. Προχωρώντας πιο πέρα ο Ιησούς, είδε να κάθεται στο τελωνείο ένας άνθρωπος που τον έλεγαν Ματθαίο, και του λέει: “Ακολούθησέ με”. Κι εκείνος σηκώθηκε και τον ακολούθησε.
Από εκείνη την ευλογημένη στιγμή, ο Τελώνης εγκαταλείπει τα πάντα και η Χάρις τού Ιησού Χριστού τον μεταβάλλει σε ό,τι ανώτερο και πολυτιμότερο θα μπορούσε να δεχθεί ο άνθρωπος, αφού τώρα ως καινούργια ύπαρξη λαμβάνει και νέο όνομα με το οποίο θα είναι για πάντα γνωστός. Έτσι λοιπόν ο Ματθαίος αναδεικνύεται σε Απόστολο. Επιπλέον δε λαμβάνει το προνόμιο να γίνει Ευαγγελιστής, του οποίου το ιερό κείμενο η Εκκλησία μας το τοποθετεί πρώτο στον Κανόνα τής Καινής Διαθήκης.
Το Ευαγγελικό αυτό κείμενο ο Απόστολος Ματθαίος το έγραψε αρχικά στην Εβραϊκή (Αραμαϊκή) γλώσσα, λόγω του ότι απευθυνόταν προς τους συμπατριώτες του Εβραίους. Το μετέφρασε όμως στην Ελληνική ο ίδιος ή άλλος Αποστολικός άνδρας, επειδή το θεόπνευστο κείμενο, μέσω της Ελληνικής έπρεπε να καταστεί γνωστό σε όλο τον κόσμο που κοινή γλώσσα είχε την Ελληνική.
Είναι από τα πρώτα κείμενα της Εκκλησίας μας, αφού γράφτηκε μεταξύ των ετών 60-66 μ.Χ. Αλλά λόγω της εορτής, μας δίνεται σήμερα η ευκαιρία να γνωρίσουμε περισσότερο την αποστολική αυτή προσωπικότητα που τόσα πρόσφερε στην Εκκλησία μας και τελικώς θυσιάστηκε για την αγάπη τού Χριστού και την δόξα τής Εκκλησίας Του.
Καταγόταν από την Καπερναούμ, στην οποία και ασκούσε το επάγγελμα του Τελώνου. Επειδή δε η περιοχή αυτή υπαγόταν στη δικαιοδοσία τού Ηρώδου τού Αντίπα, ήταν αυτού υπάλληλος για την είσπραξη των φόρων και όχι της Ρώμης.
Δεν είχε κληθεί ευθύς εξαρχής από τον Κύριο. Πάντως Τον είχε ακούσει διδάσκοντα, είχε δει τα καταπληκτικά Του θαύματα και η καλοπροαίρετη καρδιά του είχε ελκυσθεί από Αυτόν. Άλλωστε όπως γνωρίζουμε ο Ματθαίος ήταν ευσεβής και περίμενε με πόθο τον Μεσσία και μάλιστα παρά την οικονομική του άνεση, λόγω του επαγγέλματός του, βίωνε ζωή ασκητική.
Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς αναφέρει ότι έτρωγε καρπούς και λάχανα, ουδέποτε δε κρέας : «Ματθαίος μεν ουν ο Απόστολος, σπερμάτων και ακροδρύων και λαχάνων άνευ κρεών μετελάμβανεν»!
Φαίνεται λοιπόν και από την περίπτωση αυτή του Ευαγγελιστού ότι εάν ο άνθρωπος είναι καλοπροαίρετος και εάν βεβαίως αγωνίζεται να βιώνει τον ορθό τρόπο ζωής, όπου κι αν ευρίσκεται, τελικώς η Χάρις θα τον σαγηνεύσει. Γι' αυτό και βλέπουμε στο ιερό κείμενο ότι την ημέρα τής κλήσεώς του την θεωρούσε επίσημη και μεγάλη για τον εαυτό του, παραθέτοντας γεύμα στους φίλους, τους συγγενείς και τους γνωστούς. Στο γεύμα μάλιστα αυτό παρεκάθησε και ο Κύριος με τους άλλους μαθητές, όπως επίσης «πολλοί τελώναι και αμαρτωλοί ελθόντες συνανέκειντο τω Ιησού και τοις μαθηταίς Αυτού» (Ματθ., θ΄ 10).
Το γεύμα εκείνο είχε διπλό σκοπό. Έφερε τον χαρακτήρα τού αποχαιρετισμού, αλλά και τον σκοπό μήπως κάποιος από τους συνδαιτυμόνες παραδειγματισθεί για να ακολουθήσει τον Χριστό, όπως έπραξε και ο ίδιος, ή έστω κινηθεί κανείς σε μετάνοια και διόρθωση της ζωής του.
Από εκείνη την ημέρα ο Ματθαίος εντάσσεται στον αποστολικό χορό και αποστέλλεται κι αυτός με τους άλλους συμμαθητές του « προς τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ» για να κηρύξει « ότι ήγγικεν η βασιλεία των ουρανών» ενεργώντας θαύματα μεγάλα και πρωτόγνωρα, ώστε δι' αυτών να επικυρούται η αλήθεια τού κηρύγματος.
Μετά την Ανάσταση του Κυρίου ο Ματθαίος αναφέρεται στον κατάλογο των δώδεκα μαθητών οι οποίοι « πάντες ήσαν προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τη προσευχή και τη δεήσει » (Πραξ., α΄13-14), αναμένοντας την εκπλήρωση της επαγγελίας τού Χριστού περί του Παρακλήτου. Έτσι, την ημέρα τής Πεντηκοστής και ο Ματθαίος λαμβάνει το Πνεύμα το Άγιον και ξεκινά, όπως και οι άλλοι Απόστολοι, για το κήρυγμα της Αναστάσεως και την ίδρυση των κατά τόπους Εκκλησιών.
Επίσης έλαβε μέρος στην Αποστολική Σύνοδο το 49 μ.Χ. στα Ιεροσόλυμα, και έδρασε εκτός των ορίων τής Παλαιστίνης, περνώντας σε άλλα έθνη όπως Αιθιοπία, Συρία, Περσία, Παρθία, αλλά και στη Μηδία. Στην χώρα δηλ. των ανθρωποφάγων. Ακόμα παράδοση, την οποία διέσωσε ο Νικηφόρος Κάλλιστος, αναφέρει ότι ο Ευαγγελιστής Ματθαίος υπέστη θάνατο μαρτυρικό δια πυρός, κατά διαταγή του Φουλβιανού, βασιλέως των ανθρωποφάγων.
Όπως λοιπόν κατανοούμε, πρόκειται περί μορφής πρώτου μεγέθους και στύλο στον χώρο τής Εκκλησίας και ιδίως στα θεόπνευστα Ευαγγελικά κείμενα. Αυτός δε είναι και ο λόγος για το ότι η αγιογράφησίς του εκτός από άλλα σημεία τού ναού, φέρεται σε όλες τις Ορθόδοξες εκκλησίες σε μια από τις τέσσερις μεγάλες κόγχες που δημιουργούνται στη βάση των τεσσάρων τόξων επί των οποίων στηρίζεται ο τρούλος των ναών, πράγμα που συμβαίνει και με τους άλλους τρεις Ευαγγελιστές, Μάρκο, Λουκά και Ιωάννη.
Βεβαίως, λόγω του περιορισμού τής εκτάσεως του κειμένου δεν είναι δυνατόν να επεκταθούμε σε όλα τα θαυμαστά που περιγράφουν οι ιεροί Συναξαριστές τής Εκκλησίας μας και αποδεικνύουν τόσο την έκταση του έργου, όσο και την ένθερμη αγάπη τού Ευαγγελιστού προς τον Χριστό. Αυτά μπορεί αλλά και πρέπει να τα μελετήσει ο καθένας κατ' ιδίαν «εις το ταμείον του», βλέποντας το ξεκίνημα της Εκκλησίας μας, την δύναμη της Πίστεως, αλλά και τα θεόπνευστα κείμενα που κατέχει η ίδια η Εκκλησία μας.
Επιβάλλεται όμως, κλείνοντας την μικρή μας αναφορά στον Ευαγγελιστή Ματθαίο να γίνει ειδικός λόγος στο Ευαγγέλιο και γενικώτερα στην Αγία Γραφή. Ο Απόστολος Ματθαίος συνέγραψε το ιερό Ευαγγελικό του κείμενο, μετά την Πεντηκοστή ως Ευαγγελιστής, εντός της Εκκλησίας, για την λειτουργική χρήση και τις κατηχητικές ανάγκες τής Εκκλησίας. Έρχεται μάλιστα το ίδιο το σώμα τής Εκκλησίας και το περιλαμβάνει εντός τού Κανόνος των Βιβλίων τής Καινής Διαθήκης και της Αγίας Γραφής. Τούτο σημαίνει πως η Αγία Γραφή από μόνη της δεν μπορεί να σταθεί εκτός τής Εκκλησίας και ότι απευθύνεται στους ανθρώπους που κατέχουν την εμπειρία τής Πίστεως και σ' όσους καθοδηγούνται υπεύθυνα υπό της Εκκλησίας ώστε να ενταχθούν δια του Βαπτίσματος οργανικά στο σώμα τού Χριστού. Σε αυτούς που γνωρίζουν δια της Ορθοδόξου Εκκλησίας να μελετούν και φυσικά να ερμηνεύουν αυτό που διαφυλάσσεται εντός τού Λειτουργικού Σώματος.
Εννοείται δε ότι οι κατέχοντες την αλήθεια της Πίστεως, οι φωτισμένοι δηλ. και οι θεούμενοι γνωρίζουν και κατέχουν την αυθεντικότητα όχι μόνο όσων είναι καταγεγραμμένα στο σύνολο της Αγίας Γραφής, αλλά και όσα βιώνονται ακαταπαύστως μέσω της εμπειρίας τού Αγίου Πνεύματος. Γνωρίζουν δηλ. όσα κατέχει η Εκκλησία μας τόσο μέσω της “γραπτής” (Αγία Γραφή), όσο και της “προφορικής”, Ιεράς Παραδόσεως.
Έτσι λοιπόν καταλήγουμε ότι η μελέτη και φυσικά η ορθή ερμηνεία των Βιβλίων τής Αγίας Γραφής, δεν είναι υπόθεση του καθενός, πολύ ολιγότερο όσων βρίσκονται εκτός Εκκλησίας, αλλά αυτού τού Εκκλησιαστικού Σώματος.
Εκτός Εκκλησίας δεν μπορεί να σταθεί η Γραφή. Επιπλέον, εκτός του Λειτουργικού Σώματος απουσιάζουν οι Άγιοι. Οι φωτισμένοι και οι θεούμενοι οι οποίοι κατανοούν και ερμηνεύουν αυθεντικά τα κείμενα των θεοπνεύστων Αγίων Αποστόλων, αφού κατέχουν την εμπειρία τής Πεντηκοστής.
Άρα δεν αρκεί να λέμε ότι θα τιμήσουμε τον Απόστολο και Ευαγγελιστή Ματθαίο εάν απλώς διαβάσουμε το Ευαγγελικό του κείμενο, αλλά όταν αγωνιστούμε να βιώσουμε στη σωστή βάση την Αποστολική Πίστη, παραλαμβάνοντας ως συνειδητοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί δια της μετανοίας και των ορθών δογμάτων την αυθεντική εμπειρία τής Πίστεως. Την εμπειρία που κατέχουμε μέσω της Αγίας Γραφής, της Ιεράς Παραδόσεως και της ζωής των Αγίων. Όλα δε αυτά εντός και μόνο εντός της Ορθοδοξίας.
Αμήν.



Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος

Κυριακή Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ματθαίου - «οὐ γὰρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν»





Ἀπόστολος: Ρωμ. ι´ 11 – ια´ 2
Εὐαγγέλιον: Ματθ. θ´ 9-13
Ἦχος: πλ. β´.—Ἑωθινόν: Α
«οὐ γὰρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν»
Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς περιγράφει τὴν κλήση τοῦ Ματθαίου ἀπὸ τὸν Κύριον, τοῦ πρώην τελώνη ποὺ γίνεται μαθητὴς καὶ Ἀπόστολος Χριστοῦ.
Ὁ Ματθαῖος, ὁ ὁποῖος στὰ Εὐαγγέλια τοῦ Μάρκου καὶ τοῦ Λουκᾶ ἀποκαλεῖται καὶ Λευΐ ὁ τελώνης, ἐργαζόταν ὡς φοροεισπράκτορας στὸ τελωνεῖο, ποὺ εὑρισκόταν στὴν λίμνη Γεννησαρέτ, πάνω στὸν ἐμπορικὸ δρόμο, ποὺ συνέδεε τὴν Δαμασκὸ μὲ τὴν Μεσόγειο. Ἀπὸ τὴν διακίνηση τῶν ἐμπορευμάτων ὁ Ματθαῖος εἰσέπραττε γιὰ λογαριασμὸ τοῦ Ἡρώδη Ἀντίπα τὸν ἀνάλογο φόρο. Ἐκεῖ τὸν συναντᾶ ὁ Κύριος, στὸν χῶρο τῆς ἐργασίας του. Τὸ ἐπάγγελμα τοῦ τελώνη τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἐθεωρεῖτο ὑποτιμητικό, διότι οἱ τελῶνες ἐκμεταλλευόμενοι τὴν θέση τους, ἐθησαύριζαν. Ἡ γενικὴ εἰκόνα, ποὺ εἶχε γιὰ αὐτοὺς ἡ κοινωνία, ἦταν ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ ἀνθρώπους κλέπτες καὶ ληστές, φιλοχρήματους καὶ ἐκμεταλλευτές. Οἱ Φαρισαῖοι τοὺς θεωροῦσαν μεγάλους ἁμαρτωλοὺς καὶ τοὺς ἀποστρέφονταν.

Μετὰ τὴν θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ στὴν Καπερναούμ, ὁ Κύριος περνᾶ ἀπὸ τὸ σημεῖο ἐκεῖνο, βλέπει τὸν Ματθαῖο καὶ τοῦ λέγει: «ἀκολούθησέ με». Καὶ ἐκεῖνος ἀμέσως σηκώθηκε, τὰ ἄφησε ὅλα καὶ Τὸν ἀκολούθησε.
Ὁ Κύριος ἐγνώριζε τὰ βάθη τῆς καρδίας τοῦ Ματθαίου, καὶ γιὰ αὐτὸ τὸν ἐκάλεσε στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα. Ἀλλὰ καὶ ὁ Ματθαῖος φαίνεται πὼς εἶχε ἀκούσει γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν διδασκαλία Του, καὶ ἀμέσως ἀνταποκρίθηκε στὸ κάλεσμα. Θαυμάζουμε τὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν πλήρη ὑποταγὴ τοῦ Ματθαίου στὴν πρόσκληση τοῦ Χριστοῦ. Χωρὶς δεύτερη σκέψη ἐγκατέλειψε ἕνα προσοδοφόρο ἐπάγγελμα, ἄφησε τὴν θέση του στὸ τελωνεῖο, γιὰ νὰ ἀκολουθήσει τὸν Κύριο. Ὁ πρώην ἁμαρτωλός, ὁ κοινωνικὰ κατακριτέος, σὲ μία στιγμὴ γίνεται μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, πρόθυμος νὰ Τὸν ἀκολουθήσει παντοῦ. Αὐτὸ τὸ θαῦμα τῆς μεταστροφῆς τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου μόνον ἡ θεία χάρις μπορεῖ νὰ τὸ ἐπιτύχει.
Ὁ Ματθαῖος, γιὰ νὰ ἑορτάσει τὸ χαρμόσυνο γεγονὸς τῆς μεταστροφῆς του καὶ νὰ τὸ γνωστοποιήσει σὲ περισσότερους, διοργανώνει μεγάλο γεῦμα μὲ τὴν παρουσία πολλῶν συναδέλφων του τελωνῶν καὶ μὲ ἐπίσημο προσκεκλημένο τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς μαθητές Του. Ὁ Ματθαῖος ἐθεώρησε τὴν κλήση του ἀπὸ τὸν Κύριο ὡς σημαντικὸ γεγονός, αἰτία μεγάλης χαρᾶς, ποὺ ἔπρεπε νὰ ἑορτασθεῖ μὲ ἕνα ἐπίσημο γεῦμα.
Καλεῖ λοιπὸν πολλοὺς συναδέλφους του μὲ τὴν ἐλπίδα πὼς μπορεῖ κάποιοι νὰ μιμηθοῦν τὸ παράδειγμά του. Ἀλλὰ καὶ ὁ Χριστὸς βλέπει τὴν εἰλικρινῆ μετάνοια καὶ προθυμία τοῦ Ματθαίου, μεταβαίνει στὴν οἰκία του, γιὰ νὰ τὸν τιμήσει καὶ νὰ τοῦ μεταδώσει ἐνίσχυση ὡς πρὸς τὴν ἀπόφασή του, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ καλέσει καὶ τοὺς ἄλλους τελῶνες σὲ μετάνοια καὶ διόρθωση (Εὐθύμιος Ζιγαβηνός).
Ἔτσι λοιπόν, ἔχουμε τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν μαθητῶν Του νὰ συγκάθονται καὶ νὰ συντρώγουν μὲ ἁμαρτωλοὺς καὶ τελῶνες. Ἡ εἰκόνα στὰ μάτια τῶν Φαρισαίων, ποὺ πληροφορήθηκαν τὸ γεγονός, ἐμοίαζε παράδοξη, πῶς ἕνας Διδάσκαλος, ὅπως ὁ Ἰησοῦς καταδέχθηκε νὰ καθίσει στὸ ἴδιο τραπέζι μὲ τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ διαβόητους τελῶνες, ποὺ εἶχαν κακὴ φήμη καὶ κοινωνικὴ ἀνυποληψία. Οἱ αὐστηροὶ ἠθικιστὲς Φαρισαῖοι δὲν μποροῦσαν νὰ τὸ ἀνεχθοῦν, καὶ γιὰ αὐτὸ πλησιάζουν τοὺς μαθητὲς καὶ τοὺς ἐκφράζουν αὐτὴν τὴν ἀπορία καὶ τὴν ἔκπληξή τους. Κατέκριναν τὴν ἐνέργεια τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν εἶχαν τὸ θάρρος ἢ ἐπειδὴ ἤθελαν νὰ διαβάλλουν τὸν Ἰησοῦ στὰ μάτια τῶν μαθητῶν, δὲν ἀπευθύνονται στὸν Ἴδιο ἀλλὰ στοὺς μαθητές Του, θέλοντας νὰ διαρρήξουν τὴν σχέση τοῦ Διδασκάλου μὲ αὐτοὺς (ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος).
Ὁ Κύριος ἄκουσε τοὺς ἐπικριτικοὺς λόγους τῶν Φαρισαίων καὶ εὑρίσκει τὴν εὐκαιρία νὰ τοὺς ἀπαντήσει καταλλήλως: «οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ᾽ οἱ κακῶς ἔχοντες». Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Μέγας Ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων, ὁ Σωτήρας τῶν ἁμαρτωλῶν. Αὐτοὺς ἦλθε νὰ θεραπεύσει καὶ νὰ τοὺς λυτρώσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Συναναστρεφόμενος αὐτοὺς τοὺς παρέχει τὴν δυνατότητα νὰ διορθωθοῦν καὶ νὰ μετανοήσουν.
Καὶ συνεχίζει ὁ Κύριος ἐλέγχοντας τοὺς Φαρισαίους, αὐτοὺς ποὺ ἦσαν ὑπερήφανοι ὡς τηρητὲς καὶ γνῶστες τοῦ Νόμου, γιὰ τὴν ἄγνοιά τους ὡς πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος δὲν θέλει ἀπὸ ἐμᾶς νὰ εἴμαστε τυπικοὶ τηρητὲς τῶν ἐντολῶν Του, ὅπως οἱ Φαρισαῖοι ποὺ προσέφεραν τὶς προβλεπόμενες ἀπὸ τὸν Νόμο θυσίες, ἀλλὰ ἐπιζητεῖ τὰ πιὸ οὐσιαστικά, τὸ ἔλεος καὶ τὴν καρδιὰ ποὺ συμπονεῖ καὶ ἐλεεῖ, ὅπως ἔκανε καὶ ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος, ποὺ ἐλεοῦσε τοὺς νοσοῦντες στὴν ἁμαρτία, τοὺς ἐπεσκέπτετο ὡς ἰατρός, τοὺς συναναστρέφετο καὶ μὲ κάθε τρόπο τοὺς ἐθεράπευε (Εὐθύμιος Ζιγαβηνός).
Ἄλλωστε, γιὰ αὐτὸ τὸν λόγο ἦρθε ὁ Υἱὸς ἐπὶ τῆς γῆς, μὲ αὐτὴ τὴν ἀποστολή, νὰ ἀναζητήσει τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ νὰ τοὺς καλέσει σὲ μετάνοια. Οἱ δῆθεν δίκαιοι, ὅπως οἱ Φαρισαῖοι, δὲν αἰσθάνονται τὴν ἀνάγκη ἑνὸς Λυτρωτῆ, γιατί νοιώθουν αὐτοδικαιωμένοι. Ὅπως κάποιοι χριστιανοὶ τῶν ἐξωτερικῶν τύπων, ποὺ κρίνουν τοὺς πάντες καὶ ἡ καρδιὰ τους παραμένει σκληρή.
Εὐτυχῶς γιὰ ἐμᾶς, ὁ Κύριος «ἐπὶ τῆς γῆς ὤφθη καὶ τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη», γιὰ νὰ κηρύξει ἔλεος καὶ μετάνοια. Πῶς ἄρχισε τὸ κήρυγμά Του; «Μετανοεῖτε, ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Μόνον ὅσοι αἰσθάνονται ἁμαρτωλοί, εἶναι σὲ θέση νὰ ἐκτιμήσουν τὸ μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ θείου ἐλέους. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος αἰσθανόταν τὸν ἑαυτόν του ὡς τὸν πρῶτο ἁμαρτωλό, ὁ τελώνης Ματθαῖος ἐγνώριζε τὶς ἁμαρτίες του. Ὅλοι γενικῶς εἴμαστε ἁμαρτωλοὶ καὶ ἔχουμε ἀνάγκη τοῦ θείου ἐλέους.
Ἂς ζοῦμε διαρκῶς μὲ μετάνοια, ἐξομολόγηση, νὰ ἔχουμε μία ἐλεήμονα καρδιὰ πρὸς τὸν πλησίον, καὶ νὰ προσευχόμαστε ὅπως ὁ τελώνης. «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ".
Ἀρχιμανδρίτης π. Κύριλλος Κεφαλόπουλος
Ορθόδοξος Τύπος,7/11/2014

Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2014

Γέροντας Παΐσιος - Εγώ, με το Ψαλτήρι νιώθω μια αγαλλίασηροντας Παΐσιος - Εγώ, με το Ψαλτήρι νιώθω μια αγαλλίαση


- Γέροντα, μου κάνει εντύπωση πώς τα παιδιά καταλαβαίνουν το Ψαλτήρι και θέλουν να το διαβάζουν.
- Το Ψαλτήρι αναπαύει όλες τις ηλικίες. Τα παιδιά μάλιστα μπορεί να τα αναπαύει περισσότερο από ότι αναπαύει εσένα κι εμένα. Το Ψαλτήρι είναι θεόπνευστο, είναι γραμμένο με
θείο φωτισμό, γι’ αυτό έχει τόσο δυνατά, τόσο βαθιά νοήματα. Όλους του θεολόγους και τους φιλολόγους να μαζέψεις, έναν Ψαλμό με τέτοια νοήματα δεν μπορούν να φτιάξουν.
Κι αν φτιάξουν κάτι, θα είναι σαν ένα χάρτινο λουλούδι. Αγράμματος ήταν ο Δαβίδ, αλλά με τι βάθος έγραφε! Φαίνεται καθαρά ότι τον οδηγούσε το πνεύμα του Θεού.
- Γέροντα, δεν προλαβαίνω να διαβάσω το Ψαλτήρι.
- Καλά είναι να εξοικονομείς λίγη ώρα, για να το διαβάζεις μέσα στην ημέρα. Κι αν δεν έχεις πολύ χρόνο, καλύτερα είναι να διαβάσεις μισό Κάθισμα και να προσέχεις τα νοήματα,
παρά ολόκληρο και να βιάζεσαι. Αυτά τα νοήματα να τα έχεις μετά συνέχεια στον νου σου. Το Ψαλτήρι είναι προσευχή.
Μερικοί παρεξηγούν τον προφήτη Δαβίδ και λένε ότι σε κάποιους Ψαλμούς καταριέται. Όταν όμως ο Δαβίδ λέει: «Ἐκλείποιεν ἁμαρτωλοὶ ἀπὸτῆς γῆς, καὶ ἄνομοι, ὥστε μὴ
ὑπάρχειν αὐτούς», δεν εννοεί να εξολοθρευθούν οι αμαρτωλοί, αλλά να μετανοήσουν και να μην υπάρχουν αμαρτωλοί πάνω στην γη.Εγώ, με το Ψαλτήρι νιώθω μια αγαλλίαση είναι όλο προφητεία, όλο παρηγοριά. Σε μια δύσκολη κατάσταση, αν διαβάσεις Ψαλτήρι, νιώθεις ανακούφιση, λύτρωση, σιγουριά ότι
θα βοηθήσει ο Θεός. «Σωτηρία, λέει,τῶν δικαίων παρὰ κυρίου, καὶ ὑπερασπιστὴς αὐτῶν ἐστιν ἐν καιρῷθλίψεως».
Πηγή: Από το βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου Λόγοι ζ'

Περί Προσευχης

Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2014

ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΜΟΡΦΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ: Ένας ταπεινός Ιεράρχης που έλαμψε με το έργο του



Από μικρός έφτιαχνε τεχνητούς άμβωνες, μιλούσε για το Χριστό στα παιδιά της ηλικίας του και στο συσκευαστήριο μαζί με τον καπνό που πουλούσε, κάθε φορά έδινε και ένα μικρό χαρτάκι, με κάποια ευαγγελική ρήση που μιλούσε για μετάνοια και σωτηρία. 

Ο Άγιος της Αίγινας, ταπεινός, μοναχικός και παρόλα αυτά προσηνής, έδειχνε από μικρός την αγάπη του για το Χριστό και την ιεραποστολική του κλίση, ενώ έγινε παράδειγμα ανιδιοτελούς προσφοράς και αγάπης στους πονεμένους συνανθρώπους της εποχής του. 

Αρχικά χειροτονήθηκε διάκονος με το όνομα Νεκτάριος, το 1889 χειροτονήθηκε επίσκοπος Πενταπόλεως Λιβύης και αργότερα διορίστηκε ιεροκήρυκας σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. 

Το 1894 διορίστηκε διευθυντής της Ριζαρείου σχολής και έκανε πράξη τον ουσιαστικό ρόλο του παιδαγωγού με το παράδειγμά του. Κάποτε όταν μαθητές ήρθαν στα χέρια, ο ίδιος αντί να τους τιμωρήσει, αυτοτιμωρήθηκε, θεωρώντας εαυτόν υπαίτιο, με ασιτία 3 ημερών. 

Άλλοτε, βρέθηκε ξυπόλητος ενώπιον των μαθητών να αγορεύει, διότι εισερχόμενος στην αίθουσα είδε ένα φτωχό, ο οποίος τον παρακάλεσε, αν μπορούσε να τον βοηθήσει ώστε να αποκτήσει παπούτσια, καθότι δεν είχε, και εκείνος έδωσε τα δικά του. Άλλοτε, σε μια διαμάχη μεταξύ των επιστατών για το ποιος ήταν υπεύθυνος καθαριότητας των αποχωρητηρίων, ο ίδιος έλυσε τη διαφορά τους, καθαρίζοντάς τες. 

Στην Αίγινα εγκαταστάθηκε το 1908, σε ένα παλαιό μοναστήρι στη θέση Ξάντος και στάθηκε στους ανθρώπους του νησιού σαν αδελφός, βοηθός, συμπαραστάτης, οδηγός και συνοδοιπόρος της ζωής αφήνοντας την τελευταία του πνοή το 1920. 

Μάλιστα όταν χωρικοί τον επισκέφτηκαν ζητώντας του να λειτουργήσει και να δεηθεί στον Θεό να βρέξει, διότι είχε 3 χρόνια να βρέξει στο νησί, το έκανε και την ίδια μέρα άρχισε να βρέχει. Αυτό και άλλα θαύματά του, εκλείφθηκαν ως θεϊκά σημάδια από τους Αιγινίτες, με αποτέλεσμα να θεωρούν Άγιο τον Νεκτάριο, ακόμα και εν ζωή. 

Η μνήμη του εορτάζεται στις 9 Νοεμβρίου. Μυστήριο θεωρείται ότι το λείψανο του Αγίου παρά τις 3 ταφές και εκταφές παρέμεινε αναλλοίωτο για περισσότερο από 30 χρόνια.
πηγή

Η ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ Η ΤΡΕΛΑ ΤΗΣ ΛΟΙΔΟΡΙΑΣ Ευαγγελικό ανάγνωσμα Κυριακή Ζ΄Λουκά (Λουκ. Η΄ 41-56)

Η  ΕΥΛΟΓΙΑ  ΤΗΣ  ΠΙΣΤΕΩΣ  ΚΑΙ Η  ΤΡΕΛΑ  ΤΗΣ  ΛΟΙΔΟΡΙΑΣ
Ευαγγελικό ανάγνωσμα
Κυριακή Ζ΄Λουκά
(Λουκ. Η΄ 41-56)

Η στάση έναντι της πίστεως φανερώνει το επίπεδο όλων των ανθρώπων. Των ανθρώπων που πιστεύουν και αποδέχονται τον Χριστό ως Σωτήρα και Θεό, αλλά και αυτών που αρνούνται την αγάπη Του, την ευλογία Του και το απολυτρωτικό του έργο.
Στην συγκλονιστική ευαγγελική περικοπή της αναστάσεως της κόρης τού Ιαείρου, μεταξύ των άλλων φαίνεται και το κατάντημα της συμπεριφοράς όσων δεν πιστεύουν αυτά που τους λέει ο ίδιος ο Ιησούς.
Αλλ' ας δούμε το περιστατικό όπως το καταγράφει ο Ιερός Ευαγγελιστής Λουκάς.
Ο άρχων της συναγωγής Ιάειρος έπεσε στα πόδια τού Ιησού και τον παρακαλούσε να προσέλθει στο σπίτι του για να θεραπεύσει τη μοναχοκόρη του, μόλις δώδεκα ετών, η οποία “απέθνησκεν”. Εν τω μεταξύ όμως λαμβάνει χώρα η θεραπεία μιας γυναίκας η οποία επί δώδεκα έτη, και ενώ είχε δαπανήσει ολόκληρη την περιουσία της στους ιατρούς, ήταν αδύνατον να θεραπευθεί από την “ρύσιν τού αίματος”. Αυτή τώρα η γυναίκα, γεμάτη πίστη προς τον Ιησού “προσελθούσα όπισθεν ήψατο του κρασπέδου τού ιματίου αυτού, και παραχρήμα έστη η ρύσις τού αίματος αυτής”.
Αυτό ήταν, ο Ιησούς κατόπιν των ερωτήσεων για το ποιός τον άγγιξε, την επαινεί δημοσίως: “θάρσει, θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εις ειρήνην”.
Όμως, και ενώ όλοι εθαύμαζαν, έρχεται άνθρωπος από το σπίτι τού αρχισυναγώγου και του παραγγέλει να μην κάμει τον κόπο ο Ιησούς “ότι τέθνηκεν η θυγάτηρ σου· μη σκύλλε τον διδάσκαλον”. Αυτή όμως είναι η στιγμή για να δείξει ο Ιησούς την παντοδυναμία του αλλά και για να φανερωθούν τα κρυπτά και η απιστία των ανθρώπων. “Μη φοβού· μόνον πίστευε, και σωθήσεται”. Το κατάντημα όμως των ανθρώπων είναι φοβερό, αφού στην προτροπή τού Χριστού “μη κλαίετε· ουκ απέθανεν, αλλά καθεύδει”, αυτοί “κατεγέλων αυτού”! Αλλά ποιοί είναι αυτοί που περιγελούν τον Κύριο. Είναι το ανώνυμο πλήθος. Ο “όχλος ο θορυβούμενος” όπως καταγράφει ο ευαγγελιστής Ματθαίος. Άνθρωποι δηλαδή οι οποίοι ελυπούντο μεν, αλλ' επί της ουσίας δεν είχαν ιδέα περί του μυστηρίου τού θανάτου. Άνθρωποι που σε κάθε εποχή αντιμετωπίζουν τις περιστάσεις και μάλιστα τα συγκλονιστικά γεγονότα εντελώς επιφανειακά και κυρίως πρόσωπα που ουδεμία σχέση έχουν με τον Ιησού, αφού τους λείπει η ζωντανή πίστη. Είναι όλοι αυτοί που αρνούνται τη θεότητα του Χριστού και που στην πράξη παρά τις εξωτερικές εκδηλώσεις, δεν είναι παρά άπιστοι, αγνωστικιστές και ειδωλολάτρες, και στην καλυτέρα των περιπτώσεων άνθρωποι που έχουν απλώς ένα επίχρισμα πίστεως και με την όλη τους στάση δεν επιδεικνύουν παρά την ρηχότητα στην πνευματική ζωή.
Βεβαίως η συνέχεια των γεγονότων, το θαύμα δηλ. της αναστάσεως της θυγατρός που όλοι θα βιώσουν, θα τους εξευτελίσει και θα αποδείξει ότι όχι η πίστις στον Χριστό, αλλ' αυτοί οι ίδιοι καταντούν καταγέλαστοι.
Όμως, είναι ανάγκη να εμβαθύνουμε λίγο στην απαράδεκτη αλλά και ανόητη αυτή νοοτροπία που δυστυχώς υφίσταται σε κάθε εποχή. Δυστυχώς, υπάρχουν και αυτοί που ειρωνεύονται τον Χριστό, την αποκαλυπτική του διδασκαλία και βεβαίως τους οπαδούς του, δηλαδή τους πιστούς Χριστιανούς. Όσο δε συνειδητότερο μέλος τού Σώματός Του είναι κανείς, τόσο και περισσότερο κατά καιρούς αισθάνεται τα πικρά βέλη τής ειρωνίας, τουτέστιν αυτού του “καταγελασμού”. Και ενώ προσπαθούν να ερμηνεύσουν με δήθεν ψυχικές αναλύσεις την αγάπη που τρέφουν οι πιστοί στον Χριστό και την Εκκλησία Του, οι δικές τους ενέργειες και οι ξεπερασμένες και ξεπεσμένες πλέον αθεϊστικές θεωρίες, αποδεικνύουν κατ' αρχάς πρόσωπα με ταραγμένη συνείδηση. Άνθρώπους που δεν μπορούν να ανεχθούν δίπλα τους ειρηνικά και ενάρετα πρόσωπα, ακριβώς διότι με τον προσεγμένο και ευλογημένο τους βίο ελέγχουν την αλλοπρόσαλλη ζωή όλων αυτών που αρνούνται να υπακούσουν στην εντολή τού Χριστού και γι' αυτό “καταγελούν Αυτού”.  Προσπαθούν δε να ανακαλύψουν λάθη μικρότερα ή μεγαλύτερα των ανθρώπων που αγαπούν τον Χριστό και συμμετέχουν στη ζωή τής Εκκλησίας. Τα μεγενθύνουν και τα χλευάζουν μόνο και μόνο για να δικαιολογήσουν την δική τους αποστασία. Εννοείται δε ότι κάθε αρετή που παρουσιάζουν οι Άγιοι και οι αγωνιστές, ως πνεύμονες χάριτος που υφίστανται μέσα στην κοινωνία, αυτές οι μπερδεμένες προσωπικότητες των απίστων, προσπαθούν ανεπιτυχώς βεβαίως να χτυπήσουν με την αντίθετη κακία και να απομυθοποιήσουν τα αντίστοιχα πάθη που αυτοί έχουν και εξαχρειώνουν τον άνθρωπο. Φιλάργυροι και πλεονέκτες οι ίδιοι, αντιπαθούν τους ελεήμονες. Αισχροί και σαρκολάτρες, βόσκοντας μέσα στον βόρβορο της διαφθοράς, λοιδορούν και εμπαίζουν τους σώφρονες και τους αγνούς, αφού οι τελευταίοι αποδεικνύουν ότι η αμαρτία και δη η σαρκική δεν αποτελεί κάτι το “φυσιολογικό” για την ζωή τού ανθρώπου, αλλά καθαρώς μια παρά φύσιν κατάστασιν. Ένα τρόπο ζωής που ο άνθρωπος δια της πίστεως και της υπακοής στο πανάγιο θέλημα του Χριστού επιβάλλεται να αρνηθεί και δια του αγώνος από την κατά φύση κατάσταση να ανέλθει στην υπέρ φύση κατάσταση της χάριτος και του αγιαστικού επιπέδου.
Όντως, η πνευματική κατάσταση όλων αυτών που αντιγράφουν όσους “κατεγέλων αυτού” του Χριστού, δείχνει ανισορροπία, κατάσταση αμαρτωλότητος και αποστασία.
Ο ηγεμόνας νους έχει σκοτισθεί με αποτέλεσμα να καταντά, αλλοίμονο, είτε σε κτηνώδη, είτε σε δαιμονιώδη κατάσταση. Έτσι η ενέργεια του νοός δεν μπορεί να επιστρέψει στην ουσία του ώστε ο άνθρωπος να ηρεμήσει, να δει την πραγματικότητα, να μετανοήσει και έτσι να ακολουθήσει τον δρόμο της μετανοίας και του αγιασμού. Αποτέλεσμα δε τούτου είναι και ότι αρνούνται, εάν καμμιά φορά υφίσταται και δια της αμβλύνσεως δεν έχει πωρωθεί, να ακούσουν τη φωνή τής συνειδήσεως η οποία όσο ισχνόφωνη και αν καταντά, επιτέλους δίνει το στίγμα της μέσα στην ύπαρξη και αποτελεί έστω και έναν οδοδείκτη προς την πορεία τής ορθής βιοτής.
Αλλά το κακό με τις περιπτώσεις των ανθρώπων αυτών γίνεται ακόμη μεγαλύτερο. Και καθίσταται μεγαλύτερο όταν αρνούνται να διδαχθούν από την ίδια την ιστορική πραγματικότητα. Όταν δηλαδή κλείνουν ερμητικώς τους οφθαλμούς τους και δεν θέλουν να δουν τον διαχρονικό εξευτελισμό και το κατάντημα όλων αυτών οι οποίοι εβάδισαν τον δρόμο τον οποίο οι ίδιοι τώρα ακολουθούν και κατά τρόπο μιμητικό αντιγράφουν τη ζωή τους.
Κάποτε ένας από την ταλαίπωρη ομάδα των ανθρώπων αυτών που λοιδωρούν την πίστη, αρνούνται τη σωτηρία που παρέχει ο Χριστός και εμπαίζουν τους πιστούς, σε στιγμή συνειδησιακής κρίσεως εξέφρασε τα εξής αξιοσημείωτα που φωτίζουν αρκετά την προβληματική τους συμπεριφορά: “Δεν χωνεύω να βλέπω ανθρώπους οι οποίοι εφαρμόζουν το ευαγγέλιο”. Στην δε ερώτηση “Μα τι σε πειράζουν εσένα οι άνθρωποι αυτοί;”, έδωσε την εξής απάντηση: “Κατά βάθος τους εκτιμώ, αλλά δεν θέλω να το παραδεχθώ. Ο τρόπος ζωής τους δεν ξέρω πώς και γιατί, αλλά συνεχώς με ελέγχει και δεν με αφήνει να ησυχάσω”.
Ναι, αυτό απάντησε η ταλαίπωρη εκείνη ύπαρξη για ν' αποδείξει ότι τελικώς ο άνθρωπος είτε δια της ολοκληρωτικής υπακοής στο θέλημα του Θεού θα ζει ειρηνικός και γεμάτος χάρη και χαρά, είτε δια της παρακοής, που ως δηλητηριώδες αγκάθι φυτρώνει και αναπτύσσεται επάνω στην κοπριά του εγωισμού, τελικώς θα ζει ένα βίο αβίωτο, γεμάτο άγχος και ταραχή. Ένα δράμα που οδηγεί στην ανισορροπία τής όλης ψυχοσωματικής υπάρξεως.
Τι να κάνουμε φίλοι μου; Φαίνεται πως κάποιοι αρέσκονται στην διαστροφή τού μαζοχισμού.
Και αυτά μεν για τα ταλαίπωρα θύματα του εχθρού που εκουσίως του κάνουν υπακοή.
Για τους πιστούς όμως τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά, αφού ο άνθρωπος του Θεού, όχι μόνο δεν ταράσσεται από τις ξεπεσμένες συμπεριφορές που περιγράψαμε, αλλ' αντιθέτως θεωρεί ευλογία και δοκιμάζει ανείπωτη χαρά όταν πάσχει για την αγάπη και τη δόξα τού Χριστού.
Ο λόγος τού ίδιου τού Χριστού : “μακάριοί εστε όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα καθ' υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού” (Ματθ. Ε' 11), τον ενθουσιάζει και τον κάνει να συνεχίζει τον αγώνα του έστω κι αν όλος ο κόσμος αποστατήσει. Έστω κι αν όλοι πέσουν επάνω του για να κάμψουν τον ζήλο του και το ορθόδοξο χριστιανικό του θάρρος. Και τούτο διότι “υμίν εχαρίσθη το υπέρ Χριστού, ου μόνον το εις αυτόν πιστεύειν, αλλά και το υπέρ αυτού πάσχειν” (Φιλιπ. Α' 29). Και οπωσδήποτε τούτη την αλήθεια ποτέ όσοι αξιωθήκαμε της αγάπης τού Ιησού δεν θα πρέπει να τη λησμονούμε.
Ας έχει λοιπόν δόξα ο Θεός και ας συνεχίζουμε συνειδητά, εν ταπεινώσει και βεβαίως με ιερό ενθουσιασμό τον αγώνα μας.
Αμήν.


 Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος