Κυριακή 6 Μαρτίου 2016

Αntony Bloom :Γιατί δεν φοβάμαι τον θάνατο;

mhtr.mploum1

Ο μακαριστός Μητροπολίτης Σουρόζ κυρός Αντώνιος Μπλούμ μιλάει για την θεώρηση του θανάτου στην ορθόδοξη πίστη και ζωή, καταθέτοντας τις προσωπικές του εμπειρίες ως ιατρού και ιερέως που έζησε τον πόλεμο και τις συνέπειές του. Ενδεικτικό του πνεύματος της ομιλίας του Ρώσου Μητροπολίτη είναι η φράση ότι »δεν ετοιμαζόμαστε για το θάνατο αλλά για την αθάνατη ζωή».
το είδαμε : εδώ

Σάββατο 5 Μαρτίου 2016

Η απόλυτη κρίση...

 
 
Κρίση... Μία έννοια γνωστή σε όλους μας, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια. Την γνωρίσαμε μέσα από την καθημερινότητα μας που αλλάζει δραματικά, μέρα με την ημέρα. Την ζούμε σε παγκόσμιο επίπεδο και σε διαφορετικές προεκτάσεις. Κρίση στην παγκόσμια οικονομία, κρίση στις αξίες, κρίση στις ανθρώπινες σχέσεις, κρίση, κρίση, κρίση...Το αυριανό ευαγγέλιο, μιλά για την απόλυτη κρίση! Αυτήν που φέρνει απέναντι Θεό και άνθρωπο, άνθρωπο και Θεό.



Μας μιλά για τα κριτήρια με τα οποία κρίνει ο Θεός τον άνθρωπο, τα οποία καμιά σχέση δεν έχουν με εκείνα με τα οποία κρίνει ο άνθρωπος, τον συνάνθρωπο του... Ο Χριστός, επιλέγει να μιλήσει απλά και αληθινά στους ανθρώπους. Να τους μιλήσει για τον αιώνιο νόμο, η εφαρμογή του οποίου ξεπερνά κάθε έννοια λογικής. Να μιλήσει για την ξεχασμένη αγάπη, στο πρόσωπο του άλλου, μέσα από οποίον μπορεί κάποιος να συναντήσει το Θεό. 

Για μια ακόμα φορά, ο Λόγος Του Θεού, βρίσκει την απόλυτη εφαρμογή του στην ανθρώπινη κοινωνία. Το περίεργο είναι, πως αυτοί που τον εφαρμόζουν, δεν σημαίνει πως πιστεύουν σε Αυτόν, σε αντίθεση με άλλους, που δηλώνουν πως Τον πιστεύουν, χωρίς όμως να θέλουν να Τον εφαρμόσουν. 

Μέσα σε δύο στίχους του κειμένου, εμφανίζεται η εφαρμογή του στους ανθρώπους: ''ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με'' (Μτθ, 25,35) Πείνα, δίψα, γύμνια και ασθένεια... Η απόλυτη δυστυχία του ανθρώπου! 

Βλέπεις το αυριανό ευαγγέλιο, κάποιοι απλά θα το ακούσουν όταν κάποιοι άλλοι απλά, δίχως κανένα φόβο της ''μελλούσης κολάσεως'' θα το εφαρμόσουν.... Έτσι είναι. Πρόγευση κόλασης και παραδείσου, στην καθημερινότητα της ζωής... 

                                                                           π. Θωμάς Ανδρέου 
 

Τετάρτη 2 Μαρτίου 2016

Πόση ώρα να Προσεύχομαι; (Υπέροχο δίδαγμα)

Πόση ώρα να Προσεύχομαι; (Υπέροχο δίδαγμα)
Πόση ώρα να προσεύχομαι;
Ρώτησα κάποτε ένα νέο 16 ετών:
-Αγαπάς, παιδί μου, το Θεό;
-Τον αγαπώ πολύ, πάτερ μου, μου απάντησε αυθόρμητα.
-Προσεύχεσαι σ’ Αυτόν τακτικά;
-Όχι! μου είπε με ειλικρίνεια.
Ο νέος αυτός δεν μπορούσε να συλλάβει την αντίθεση που υπήρχε μεταξύ των δύο απαντήσεών του. Γιατί είναι αδύνατον να αγαπά κανείς πραγματικά το Θεό και να μην προσεύχεται.
Αν έχεις ένα φίλο εξαιρετικά αγαπητό, δεν προσπαθείς να βρεις τρόπους να επικοινωνείς συχνά μαζί του και να συζητάς διάφορα ζητήματα; Έτσι δεν είναι;
Παρακολούθησε, παιδί μου, αυτούς τους αριθμούς που θα σου πω. Είναι εξακριβωμένοι. Ένας άνθρωπος που πέθανε 70 ετών διέθεσε τα χρόνια της ζωής του ως εξής: 15 χρόνια εργάσθηκε, 20 κοιμήθηκε, 2 έτρωγε, 1 ντυνότανε, 9 μήνες πλυνότανε, 7 μήνες ξυριζότανε, 4 μήνες καθάριζε τη μύτη του, 2 μήνες τα δόντια του κλπ.
Παρατήρησες κάτι; Όλα όσα αναφέρονται πιο πάνω αφορούν εξωτερικές ασχολίες. Φροντίδες και μέριμνες για το σώμα.
Όταν όμως, παιδί μου, παρουσιασθείς ενώπιον του Θεού πολύ διαφορετικός θα είναι ο λογαριασμός τον οποίο θα υποχρεωθείς να κάνεις. Θα σε ρωτήσει τότε ο δίκαιος Κριτής:
«Πόσα καλά έκανες; Πόσα κακά;»
«Πόσα καθήκοντα εκτέλεσες και πόσα όχι;»
«Πόσον καιρό προσευχόσουν;»
Μέσα σ’ ένα χρόνο η καρδιά σου χτύπησε 36.792.000 φορές. Απ’ το τεράστιο αυτό ποσό, πόσους παλμούς διέθεσες για το Θεό σου;
«Μα πόσο λοιπόν πρέπει να προσεύχομαι;»
Πρέπει να ξέρεις, παιδί μου, πως ο Θεός δεν υπολογίζει την προσευχή με τη χρονική της διάρκεια, αλλά με το ζήλο, με τη διάθεση, με την καρδιά. Μια μικρή, ζωντανή, ολόθερμη προσευχή αξίζει πολύ περισσότερο από μια άτονη, τυπική, ξερή, έστω και πολύωρη.
Εκείνο που προέχει είναι ο ζήλος και η θερμή διάθεση της καρδιάς. Κάνε την πρωινή και βραδινή σου προσευχή. Μην παραλείπεις όμως καθ’ όλη την ημέρα πολλές φορές να στρέφεις τη σκέψη και την καρδιά σου στο Θεό.
Θα ‘ναι, παιδί μου, ευλογημένη η μέρα σου, όταν τις πρώτες σου τις σκέψεις τις αφιερώνεις στο Θεό. Κι ο ύπνος σου θα είναι ήρεμος και γαλήνιος όταν, πριν παραδοθείς στα χέρια του, στρέψεις και πάλι σ’ Αυτόν τους λογισμούς σου.
Δε σου συνιστώ να προσεύχεσαι στο κρεβάτι! Αν όμως δεν πρόκειται καθόλου να προσευχηθείς αλλιώς, τότε μη σταματήσεις τη συνήθειά σου. Πιστεύω όμως ότι κι εσύ δε θα το βρίσκεις τόσο σωστό, να συνομιλείς με το Θεό και Κύριό σου, και να ‘σαι ξαπλωμένος στο κρεβάτι σου! Αφήνω πως μπορείς να πάθεις, αυτό που πολλοί νέοι το παθαίνουν, να μην προλάβεις δηλαδή να τελειώσεις την προσευχή σου και… να σε πάρει ο ύπνος!
Σαν φρόνιμος λοιπόν νέος, κάνε την πρωινή σου προσευχή αφού ντυθείς και τη βραδινή σου πριν βγάλεις τα ρούχα σου. Κατόπιν δε, όταν θα πέσεις στο κρεβάτι, εξακολούθησε, αν θέλεις, τις ευσεβείς σου σκέψεις· θα κοιμηθείς έτσι πιο γαλήνια.
Ξέρεις εκείνο το σοφό γνωμικό που λέει «Τίποτε δεν μπορεί να επιτύχει, αν δεν το ευλογήσει ο Θεός»;
Εάν λοιπόν τις μέρες σου δεν τις αρχίζεις ζητώντας τη βοήθεια του Θεού, πώς περιμένεις την ευτυχία;
Κοίταξε γύρω σου, παιδί μου. Όλα τα πλάσματα με το δικό του το καθένα τρόπο, προσεύχονται κι υμνούν τον πάνσοφο Δημιουργό.
Τα φυτά ανοίγουν τ’ άνθη τους και στέλλουν το ζωογόνο άρωμά τους στο Θρόνο του Πλάστη.
Τα πουλιά με τις γλυκές μυριότονες φωνές τους, ποιον άλλον παρά τον Παντοδύναμο υμνούν;
Γι’ Αυτόν βομβίζει η μέλισσα.
Γι’ Αυτόν πετά χαρούμενη η πεταλούδα.
Αυτόν δοξάζουν με τη λάμψη τους οι αστραπές.
Αυτόν υμνολογούν και οι βροντές μ’ όλο το τρομερό τους μεγαλείο.
Ναι! ολόκληρη η φύση θερμά προσεύχεται σ’ Αυτόν, αν και δεν έχει τη συναίσθηση αυτού που κάνει. Κι εσύ, παιδί μου, άνθρωπος με θέληση ελεύθερη, θα αρνηθείς αυτό που πρόθυμα εκτελεί η άλογη φύση;
«Το πιο όμορφο πράγμα που μπορείς ν’ αντικρίσεις στον κόσμο είναι ο άνθρωπος που προσεύχεται».
Αυτή η πρόταση είναι πολύ σωστή. Εκείνος που προσεύχεται ζει σ’ έναν άλλο κόσμο. Άφθονη αναπνέει τη χάρη του Θεού και ξεδιψάει απ’ το γλυκύτατο νερό της θείας παρουσίας.
Σου είπα, παιδί μου, πιο πάνω, ότι η φύση ολόκληρη προσεύχεται. Θέλησα να σου κάνω ένα συμβολισμό, γιατί η προσευχή η αληθινή είναι προνόμιο του ανθρώπου. Μόνο αυτός μπορεί συνειδητά να ανυψώνει την ψυχή του στο Θεό, και να συνομιλεί μαζί Του.
Είναι αλήθεια τιμή μεγάλη για τον άνθρωπο η προσευχή· κι αυτή είναι ένα ακόμη στοιχείο που κάνει να ξεχωρίζει ο άνθρωπος απ’ τ’ άλλα τα δημιουργήματα.
Όταν προσεύχομαι, βρίσκεται σ’ έξαρση η ψυχή μου! Ουράνια αισθήματα με πλημμυρίζουν. Χαρά, ευγνωμοσύνη, αγάπη. Όλα τα νιώθω στον υπέρτατο βαθμό. Πώς λοιπόν να μη δοξολογήσω το Θεό μου για το υπέροχο αυτό δώρο Του;
Με τα φτερά της προσευχής, μπορούμε ν’ ανεβούμε σε ύψη δυσθεώρητα. Μπορούμε να πετάξουμε μέχρις αυτόν τον θρόνο του Θεού, μακριά από τον κόσμο με τις τόσες του μικρότητες.
Με τα φτερά της προσευχής φθάνουμε εκεί, όπου άπληστα χαιρόμαστε το ζωογόνο αέρα της θείας παρουσίας.
Η προσευχή είναι πηγή δυνάμεως για τον αγώνα το σκληρό που φέρνει εμπρός μας η κάθε μέρα.
Λες και αλλάζει ο εαυτός σου, όταν πετάς με τα φτερά της προσευχής.
Έλα λοιπόν, παιδί μου!
Σαν έρχονται οι θλίψεις και σε χτυπούν σα μανιασμένες θύελλες, πέσε στα γόνατα κι άνοιξε την καρδιά σου στον Πατέρα σου.
Μετά την προσευχή θα δεις πόσο θα είσαι αλλαγμένος! Γαλάζιο θα τον βλέπεις τώρα τον ουρανό κι η θάλασσα θα έχει γαληνέψει.

Ο κατοικών εν βοηθεία του Υψίστου,
εν σκέπη του Θεού του ουρανού αυλισθήσεται.
Ερεί τω Κυρίω· αντιλήπτωρ μου ει και καταφυγή μου, ο Θεός μου,
και ελπιώ επ᾿ αυτόν,
ότι αυτός ρύσεταί σε εκ παγίδος θηρευτών
και από λόγου ταραχώδους.
εν τοις μεταφρένοις αυτού επισκιάσει σοι,
και υπό τας πτέρυγας αυτού ελπιείς·
όπλω κυκλώσει σε η αλήθεια αυτού.
Ου φοβηθήση από φόβου νυκτερινού,
από βέλους πετομένου ημέρας,
από πράγματος εν σκότει διαπορευομένου,
από συμπτώματος και δαιμονίου μεσημβρινού.
Πεσείται εκ του κλίτους σου χιλιάς και μυριάς εκ δεξιών σου,
προς σε δε ουκ εγγιεί·
Πλην τοις οφθαλμοίς σου κατανοήσεις
και ανταπόδοσιν αμαρτωλών όψει.
Ότι συ, Κύριε, η ελπίς μου·
τον ῞Υψιστον έθου καταφυγήν σου.
Ου προσελεύσεται προς σε κακά,
και μάστιξ ουκ εγγιεί εν τω σκηνώματί σου.
Ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται
περί σού του διαφυλάξαι σε εν πάσαις ταίς οδοίς σου.
[Από τον 90ο Ψαλμό]

Αυτές οι σκέψεις που γεμίζουν παρηγοριά την ψυχή σου γράφτηκαν απ’ τον μεγάλο εκείνο εστεμμένο Ψαλμωδό, κι είναι ένα άριστο βοήθημα γι’ αυτούς που θέλουν να βαδίζουν στη ζωή τους ίσια και τίμια.
Και εσύ, παιδί μου, είσαι ασφαλώς ένας από αυτούς. Γι’ αυτό έχεις μεγάλη ανἀγκη από τη χάρη του Θεού, που ένας μόνο τρόπος υπάρχει να την κερδίσεις. Η προσευχή.
Μη στερείς λοιπόν, παιδί μου, την ατίμητη ψυχή σου απ’ τη ζωογόνα αναπνοή της, αλλά προσεύχου, προσεύχου με ζήλο, ώστε να έλθει η μυριοπόθητη μέρα που θα στεφανωθείς με το στεφάνι της δόξης.
(Από το βιβλίο του Tihamer Toth «Αντίθετα στο ρεύμα» των εκδόσεων «Φώς»)
το είδαμε εδώ

Ταπείνωση καὶ παγίδες τοῦ διαβόλου



Ἡ ταπείνωση μοιάζει μὲ τὸν ἀνελκυστήρα ποὺ ἀνεβάζει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ πατέρες τὴν ὀνομάζουν «ὑψοποιό». Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει ταπεινὸ φρόνημα εἶναι ἀγαπητὸς στὸν Θεὸ, ποὺ τὸν θέτει πάντοτε ὑπὸ τὴν προστασία Του. Μᾶς τὸ ὁμ

Όσιος Ιωακείμ ο Παπουλάκης ο Βατοπαιδινός ο εξ Ιθάκης

Ο Όσιος Ιωακείμ ο Παπουλάκης, κατά κόσμον Ιωάννης Πατρίκιος, γεννήθηκε στο μικρό χωριουδάκι Καλύβια, απέναντι από τον Σταυρό της Ιθάκης, το έτος 1786. Οι γονείς του ωνομάζονταν Άγγελος και Αγνή και ήσαν ευσεβείς. Ο μικρός Ιωάννης πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια, διότι πέθανε η μητέρα του, όταν αυτός ήταν ακόμα πολύ μικρός. Ο πατέρας του Άγγελος ξαναπαντρεύτηκε μία σκληρή γυναίκα, η οποία δεν έχανε ευκαιρία να τιμωρή και να βασανίζη τον μικρό Ιωάννη. Ο Ιωάννης από μικρό παιδί ξεχώριζε από τα άλλα παιδιά της ηλικίας του. Με πολλή αγάπη και δυνατή πίστι στον Χριστό δεν έλειπε ποτέ από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος, όπου εύρισκε καταφυγή, νήστευε, προσευχόταν συνεχώς και σκορπούσε αγάπη και καλωσύνη στους ανθρώπους.

 iwakeim1
 
Με πολύν ζήλο μελετούσε κυρίως το Ιερό Ευαγγέλιο. Νέος εργάσθηκε ως ναυτικός. Σε κάποιο από τα ταξίδια του έφυγε από το πλοίο και πήγε στο Άγιον Όρος σε ηλικία 17 ετών. Εκεί έγινε μοναχός στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου και από Ιωάννης ωνομάσθηκε Ιωακείμ. Στο Μοναστήρι έμεινε 20 περίπου χρόνια και έγινε υπόδειγμα αρετής και πνευματικής προκοπής ανάμεσα στους υπόλοιπους μοναχούς.
Όταν ξέσπασε το 1821 η Ελληνική Επανάστασι, εκλέχθηκε από τον Ηγούμενο και στάλθηκε ως Ιεραπόστολος στην Πελοπόννησο. Από εκεί φυγάδευσε στα Επτάνησα πολλούς γέρους και γυναικόπαιδα μαζί με τον παπα-Γιάννη Μακρύ από τον Πύλαρο της Κεφαλονιάς. Τα Επτάνησα τότε τα κατείχαν οι Άγγλοι, ύπουλοι εχθροί της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού. Ο Άγιος Ιωακείμ, νιώθοντας τον κίνδυνο, δεν επέστρεψε στο Μοναστήρι του, αλλά περί το 1827 ήλθε στην πατρίδα του Ιθάκη, όπου για σαράντα εννέα περίπου χρόνια, πήγαινε ακούραστος σε κάθε χωριό και κάθε σπίτι του νησιού, δίδασκε τον λόγο του Θεού, βοηθούσε τους απόρους και τους φτωχούς, έκτιζε εκκλησίες, ενημέρωνε και έλεγχε τους κατοίκους στα θέματα της πίστεως.
Έφθασε σε υψηλό βαθμό Θεωρίας της δόξας του Θεού και σταδιακά οι άνθρωποι άρχισαν να έλκωνται από την χάρι του και να τον αποκαλούν «Παπουλάκη». Ζώντας ο ίδιος με μεγάλη άσκησι και σε εκούσια φτώχεια, αποτελεί το στήριγμα, την παρηγοριά, την ελπίδα όλων των κατοίκων της Ιθάκης. Όταν τον κατήγγειλαν από φθόνο, ότι σπέρνει κινδυνολογίες, κλήθηκε από τον Άγγλο διοικητή του νησιού, ο οποίος θέλησε να τον κτυπήση, αλλά πάραυτα διαλύθηκε η πολυθρόνα και ο ίδιος έπεσε χάνοντας τις αισθήσεις του. Αφού συνήλθε, ζήτησε συγγνώμη από τον Άγιο και τον άφησε ελεύθερο.
Στην διάρκεια μίας επιδημίας πανώλης συμβούλευσε τους κατοίκους να κτίσουν Ναό. Μόλις στην συνέχεια προσευχήθηκε εκεί, ο λοιμός κατέπαυσε. Αναφέρονται περιπτώσεις που ο Άγιος προσευχόταν και ήταν επάνω από το έδαφος, πλημμυρισμένος από ουράνιο φως.
Για την μεγάλη του αρετή και την υψοποιό του ταπείνωσι ο Θεός τον προίκισε με το ιαματικό και προφητικό χάρισμα, με σκοπό την μετάνοια και την ψυχική σωτηρία των ανθρώπων. Γι’ αυτό και στις καρδιές και συνειδήσεις των ντόπιων ανέκαθεν ο Παπουλάκης ήταν ο Άγιός τους. Ο Άγιος Ιωακείμ κοιμήθηκε στις 2 Μαρτΐου 1868.
Μετά από πολλά χρόνια, με πρωτοβουλία του Ηγουμένου της Μονής Βατοπαιδίου, Αρχιμ. π. Εφραίμ, βρέθηκαν τα λείψανά του στις 23 Μαΐου 1992.
Η επίσημη αναγνώρισί του ως Αγίου της εκκλησίας μας έγινε τον Μάρτιο του 1998. Η μνήμη του εορτάζεται την 23η Μαΐου εκάστου έτους, (ημέρα ανακομιδής Ιερών λειψάνων).


Πηγή: Βενεδίκτου Ιερομονάχου Αγιορείτου, Συναξαριστής 19ου και 20ου αιώνα, Έκδοσις Συνοδίας Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Ιερά Καλύβη «Άγιος Σπυρίδων Α΄», Νέα Σκήτη Αγίου Όρους, 2013.
το είδαμε εδώ

Τρίτη 1 Μαρτίου 2016

Ὁ Ἐλάχιστος τῆς Βασιλείας

Φώτης Κόντογλου
chamomile2[1][…]Οἱ παλαιοὶ ζωγράφοι ποὺ ζωγραφίζανε τὴ Δευτέρα Παρουσία, παριστάνουνε στὸν οὐρανὸ τὸν Χριστὸ καθισμένον στὸν θρόνο του γιὰ νὰ κρίνει τὸν κόσμο, κι ἀπὸ τὶς δύο μεριὲς καθισμένους τοὺς Δώδεκα Ἀπόστολους. Ἀπὸ τὸ ὑποπόδιο τοῦ θρόνου βγαίνει ὁ πύρινος ποταμός, ποὺ μέσα σ’ αὐτὸν καίγουνται οἱ ἁμαρτωλοί, ποὺ τοὺς καταπίνει ὁ βύθιος δράκων. Οἱ ἀρχάγγελοι κράζουνε μὲ τὶς σάλπιγγες, καὶ σηκώνουνται ἀπὸ τὰ μνήματα οἱ νεκροὶ τρομαγμένοι. Ἕνας ἄγγελος τυλίγει τὸν οὐρανὸ σὰν νὰ ‘ναι χαρτί, κι ἄλλος ζυγιάζει τὶς ψυχές. Οἱ ἄνεμοι φυσοῦνε θυμωμένοι ἀπὸ τὶς τέσσερες μεριὲς τῆς οἰκουμένης, θηρία καὶ τέρατα καταβροχθίζουνε κεφάλια, χέρια, πόδια ἀνθρώπινα. Οἱ δαίμονες τρίζουνε τὰ δόντια τους. Ἡ κτίση ὅλη ταράζεται ἀπὸ τὰ θεμέλια της. Οἱ ψυχὲς τρέμουνε σὰν τὰ ξερὰ φύλλα ποὺ τὰ παίρνει ὁ δρόλαπας. Ὁ ἥλιος μαύρισε καὶ καρβούνιασε, καὶ τὸ φεγγάρι ἔσβησε. Φόβος καὶ τρόμος πλακώνει ὅλη τὴν οἰκουμένη.
Μονάχα ἕνας ἄνθρωπος δὲν ταράζεται, ἕνα γεροντάκι, ταπεινὸ καὶ ἥσυχο, ποὺ ἀργοπερπατᾶ μὲ τὸ ραβδάκι του, μέσα στὴν κοσμοχαλασιά, καὶ πορεύεται θαρρετὰ πρὸς τὸν θρόνο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ «Ἐλάχιστος», ὅπως εἶναι γραμμένο στὴν εἰκόνα, δηλαδὴ ὁ πιὸ τιποτένιος, ὁ πιὸ καταφρονεμένος σὲ τοῦτον τὸν κόσμο. Τοῦτος ὁ «Ἐλάχιστος» εἶναι …, πού ἀνοίξανε οἱ πόρτες τ’ οὐρανοῦ γιὰ νὰ μπεῖ μέσα στὸν Παράδεισο.
 Ἀπὸ τὸ διήγημα,” Ὁ μπάρμπα-Μανώλης ὁ βασιλὲς
το είδαμε εδώ